15.1.09

«Πολιτική: Κοινωνική Προσφορά ή Επιχειρηματικότητα;»

Όταν διάβασα τον τίτλο/θέμα της σημερινής συζήτησης, δεν σας κρύβω ότι είχα μια πρώτη αντίδραση αντίθεσης. Αντίρρησης. Ακόμη και απώθησης.

Πως νοείται να θεωρεί κανείς την πολιτική-να την προσλαμβάνει και να την αναλύει-σαν κάτι άλλο, οτιδήποτε άλλο εκτός από πολιτική.

Πως είναι δυνατόν να τίθεται το ερώτημα με αυτό το διλημματικό τρόπο;

Άραγε και εγκαλώ, προκαλώ τους μεγαλύτερους σε ηλικία συνομιλητές αλλά και παρευρισκομένους να αναλογιστούν εάν θα ήταν δυνατόν να τεθεί με αυτόν τον τρόπο η συγκεκριμένη ερώτηση πριν από 20 ή και 10 χρόνια.


Δε θα τολμούσα να πω, βεβαίως την ίδια στιγμή ότι στην Ελλάδα του 2008 (ή και στην Ευρώπη του 2008 εντέλει) πως την πολιτική θα την έβλεπε κανείς σαν αποστολή-και πάντως η αναφορά σε «λειτούργημα» μου φέρνει ούτως ή άλλως αλλεργία.

Αλλά η πολιτική ως επιχειρηματικότητα, έστω και κοινωνική αν μη τι άλλο θα μπορούσε να κάνει κανείς ότι γίνεται λόγος περί θράσους ή/και θάρρους.

Ενώ και η μνεία της κοινωνικής προσφοράς μου έφερνε μιαν άβολη συνήχηση: όποιος επικαλείται την προσφορά στο κοινωνικό σύνολο, συχνά κάτι πολύ πιο ωμό επιδιώκει.

Όμως το γεγονός και μόνο ότι αυτή μου η αρχική αντίδραση δεν με σταμάτησε δείχνει ίσως πόσο στην εποχή μας, έννοιες και στάσεις έχουν αλλάξει. Και δεν το εννοώ κυνικά, γιατί σίγουρα κυνικός ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η πολιτική- η επαγγελματοποίησή της, η οσμή χρήματος, η τεχνοκρατικότητα-παραπέμπει σε επιχειρηματικά πρότυπα και λειτουργίες. Εξου και το ασυμβίβαστο από το οποίο ευτυχώς απαλλαχθήκαμε.


Ομοίως η μέθοδος δόμησης της εικόνας, της κυρίαρχης αυτής προσέγγισης της πολιτικής στις ημέρες μας.

Ακόμη όμως και η περιπέτεια της πολιτικής, παραπέμπει (ή: παρέπεμπε προτού η κρίση η τωρινή ψαλιδίσει τα φτερά πολλών) σε ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου, σε επιχειρείν.

Ενώ η αποδιάρθρωση του κοινωνικού, που με τόση ελαφρότητα ζήσαμε τα τελευταία-πολλά- χρόνια θα έλεγε κανείς ότι δημιουργεί μια «ζήτηση» (αν μη απαίτηση) για εκείνο που ονομάζεται προσφορά από μέρους όσων στρατεύονται στον δημόσιο χώρο

Όμως και έτσι άμα θελήσει να δει κανείς τα πράγματα, δεν παύει η πολιτική να είναι μια πορεία σε διαφορετικό/ιδιαίτερο πλαίσιο αναφοράς.
Να μην αποδέχεται την αναγωγή σε άλλων κατηγοριών τον κόσμο.
Να είναι εν τέλει ο εαυτός της.
Είναι η πολιτική μια ανάγκη-όσων την μετέρχονται-αντιπροσώπευσης του κοινού ενδιαφέροντος.
Είναι μια ανάδειξη προβλημάτων του συνόλου, όχι όμως καταγγελτική ή επεξηγηματική, αλλά με εγγενή την απόφαση να επιχειρηθεί (τουλάχιστον) η επίλυσή τους.



Και είναι εδώ και καιρό τώρα που λύση δε βλέπουμε, προσφορά δεν αναγνωρίζουμε ούτε καν το επιχειρειν. Ίσως άλλωστε για αυτό δέχθηκα την πρόσκληση εδώ σήμερα παρά τις αρχικές αντιρρήσεις μήπως και με έωλα ερωτήματα προσπαθήσουμε, επιχειρήσουμε να καταλάβουμε τι έχει συμβεί. Γιατί προσωπικά θα έλεγα η πολιτική ως προσφορά, ως επιχειρηματικότητα, ακόμη κι ως με αυτό το καταταλαιπωρημένο όρο λειτούργημα σήμερα εδώ στην Ελλάδα και για αρκετά χρόνια αντιμετωπίζει στα σίγουρα όχι τα ρίσκα της επιχειρηματικότητας αλλά την ήττα. Κι οφείλουμε να σταθούμε απέναντι στην ήττα της πολιτικής.

Μαχητό ευτυχώς ακόμη τεκμήριο για την ήττα της τα όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό. Κι λέω μαχητό γιατί κάποιος θα μπορούσε να προστρέξει να ισχυριστεί ότι όχι η έκρηξη βίας αποδεικνύεται απόλυτα ότι η πολιτική έχει ηττηθεί αλλά θα διαφωνούσα ισχυριζόμενη ότι βεβαίως όπου η βία κάνει την εμφάνιση της η πολιτική υποχωρεί ωστόσο την ίδια στιγμή τούτες οι αντιδράσεις οι αντισυστημικές, οι βίαιες αφήνουν ένα παράθυρο αισιοδοξίας για να σκεφτούμε ότι τουλάχιστον οι νέοι άνθρωποι στη χώρα μας αρνούνται να δουν την πολιτική απλά ως προσφορά ή ως επιχειρηματικότητα πολλώ δε μάλλον ως ευπρεπή αδράνεια, εκείνη με την οποία επέλεξε ο πρωθυπουργός να ασκήσει την όποια πολιτική τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Κι αφού το ερώτημα έτσι έστω όπως διλημματικά τέθηκε μεταξύ όρων που εν πρώτης θα έπρεπε να μας ενοχλούν ας κάνουμε μια προσπάθεια να απαντήσουμε απαγωγικά ορίζοντας γιατί η πολιτική ηττάται σήμερα και ίσως οδηγηθούμε στο τι θα όφειλε να είναι για να καταλήξουμε μέσα από παραδρόμους στο τι είναι τελικά πολιτική.



Στην αναζήτηση της εξέλιξής της η ανθρωπότητα, κάνοντας βήματα προς την κατεύθυνση του αυτοπροσδιορισμού, της αυτονομίας και της ελευθερίας, ανακάλυπτε την πολιτική και στο βαθμό που το πετύχαινε, άφηνε πίσω της και πάντως ριζικά αποδυνάμωνε τη βία ως θεμελιώδη συντελεστή των κοινωνικών πραγμάτων.

Η πολιτική είναι ο θεσμικός έλεγχος της βίας. Όπου η πολιτική είναι ζωντανή, η βία ως διαδικασία «επίλυσης» και διευθέτησης ζητημάτων δεν έχει θέση. Η σύγκρουση, συστατικό στοιχείο κάθε κοινωνίας σε κίνηση, εξελίσσεται υπακούοντας σε κανόνες που ορίζουν τους τρόπους εξέλιξης αυτής της σύγκρουσης, απωθώντας τη βία στο περιθώριο και κατατάσσοντάς την εκτός κάθε πολιτικού -εν συγκρούσει- αξιακού πλαισίου.

Όπου υπάρχει πολιτική, υπάρχουν κανόνες. Συνεπώς, έλεγχος και κυρώσεις. Όπου ο συσχετισμός της δύναμης είναι υπέρ της πολιτικής, όπου δηλαδή η πολιτική προσέγγιση προτάσσεται ως διαδικασία αντιπαράθεσης, οι κανόνες περίπου αυτονόητα επιβάλλονται, καθώς η ατμόσφαιρα που προκύπτει και συνοδεύει αυτή την πραγματικότητα ορίζει τελικά τις ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές. Η ατομική συμπεριφορά συμμορφώνεται αναπτυσσόμενη μέσα σε ένα αξιακό πλαίσιο, όπου ο κανόνας και η υποχρέωση της αυτονόητης συμμόρφωσης συνοδεύεται με την εσωτερικευμένη πίστη στην πεποίθηση ότι ο κανόνας αποτελεί εγγύηση δικαιωμάτων και άρα αναγκαίο πλαίσιο ανάπτυξης κάθε δράσης, συμπεριλαμβανομένης και της ατομικής δράσης για την ελευθερία και την αυτοπραγμάτωση.

Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, τον τελευταίο καιρό και με τραγικό τρόπο τις τελευταίες μέρες ζούμε την ήττα της πολιτικής. Την απουσία κανόνων αυτονόητα αποδεκτών, την παντελή έλλειψη σεβασμού σε αυτό που συνεπάγεται ως υποχρέωση σεβασμού του άλλου και των δικαιωμάτων του. (εδώ ίσως μερικά αντικυβερνητικά παραδείγματα)


Η ήττα της πολιτικής αφήνει ορθάνοιχτη την πόρτα για την τροπαιούχο έλευση της βίας, η βία κάνει την εμφάνισή της. Αν η πολιτική είναι η αναζήτηση μιας κατεύθυνσης μέσα από την αντιπαράθεση των -ιδεολογικού χαρακτήρα εν τέλει- επιχειρημάτων στο πλαίσιο κανόνων, η ήττα της πολιτικής είναι η άρνηση αυτών των επιχειρημάτων, είναι η τυφλή απόρριψη κάθε επόμενης κίνησης, είναι η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία η ατομική διεκδίκηση προσλαμβάνει τα πλέον πρωτόγονα χαρακτηριστικά, όπου η ατομική δράση και το ατομικό σχέδιο προϋποθέτουν και απαιτούν την καταστροφή του ατομικού σχεδίου του άλλου. Και ουσιαστικά φτάσαμε σε ένα σχέδιο κυβερνητικό που καταστρέφει τα ατομικά σχέδια όλων μας

Οι νέοι άνθρωποι και όλοι μαζί τους που συγκινήθηκαν και συγκλονίστηκαν -γιατί ο θάνατος ενός παιδιού, ενός νέου ανθρώπου, είναι από μόνος του συγκλονιστικό γεγονός- αγγίζουν και γεύονται τη σκληρή αναπόφευκτα διαδικασία κάθε κοινωνικής και ατομικής συνειδητοποίησης. Κάθε συνειδητοποίηση είναι ή μπορεί να είναι ένα βήμα μπροστά. Μπορεί να αποβεί μια διαδικασία γνώσης, μια κίνηση προς τον αυτοπροσδιορισμό και την αυτονομία. Μπορεί όμως, αν αυτή επιχειρηθεί να ανθήσει σε ατμόσφαιρα βίας και σύγκρουσης, να αποτελέσει ένα άλμα οπισθοδρόμησης, αφού θα είναι μια στρεβλή επαφή με τα πράγματα, μια μη αληθινή γνώση, τελικά μια ψευδής συνειδητοποίηση. Η ψευδής συνείδηση όπως χαρακτηριστικά έκανε λόγο ο Κάρολος Μαρξ-τη βλέπουμε σήμερα να ξεδιπλώνεται στα κανάλια και στις τηλεοράσεις- όταν δεν κατορθώνει να χειραγωγεί, γίνεται εύκολα αντικείμενο χειραγώγησης.

Τελικά, καμιά αυτοσυνειδησία δεν είναι δυνατή χωρίς μια πολιτική ζωντανή, γι' αυτό με κάθε πολιτικό τρόπο, με κάθε πολιτικό μέσο πρέπει να βρεθούμε σταθερά απέναντι στην ήττα της πολιτικής, όπως τη ζούμε τα τελευταία χρόνια και τούτες τις μέρες στον τόπο μας.

Και πριν παρουσιαστεί η τυφλή βία για να αποδείξει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι η πολιτική έχει ηττηθεί, υπάρχουν σημάδια που προειδοποιούν για την επερχομένη ήττα. Κι τούτα είναι όπως είπα στην αρχή όταν αντιμετωπίζεται με όρους καθαρά επιχειρηματικούς ακόμη και στη δόμηση λόγου και εικόνας του πολιτικού έτσι ώστε ο κ. Βγενόπουλος σε αρκετές στιγμές του πολιτικού βίου της χώρας μας να παρουσιάζεται πιο πολιτικός από τους πολιτικούς να θυμηθούμε τι έγινε με το ασφαλιστικό και με τον τρόπο που επιχείρησε η κυβέρνηση να λύσει την κρίση με τις τράπεζες. Είτε όταν η πολιτική ενδύεται το μανδύα του αφελούς όρου του λειτουργήματος και της προσφορά γενικά και αόριστα ξεχνώντας ότι η πολιτική πρωτίστως και για να απαντήσω στο ερώτημα δεν είναι ούτε επιχειρηματικότητα με dead lines targets κι άλλα συναφή ούτε προσφορά αλλά

Είναι μια αναζήτηση τρόπων και κοινών τόπων και συναινέσεων-ή αντίστροφα, είναι η ανάδειξη και αποδοχή αντιθέσεων, συγκρούσεων, αντιπαραθέσεων-για να πάνε τα πράγματα παραπέρα. Να πάνε παραπέρα, όμως, για το κοινό καλό. Είναι ο νόμος μια αίσθηση στράτευσης και συνεχούς παρουσίας εκεί που το πράγμα βράζει. ΑΝ, βεβαίως αξίζει η πολιτική να λέγεται πολιτική.