3.9.07

Το δίπλα είναι πολύ μακριά.

Η αυλαία έπεσε την προηγουμένη Κυριακή-ίσα που πρόλαβα. Το θεατρικό έργο: Οι εξόριστοι του Γιάννη Παπάζογλου, βραβευμένο από τον Διαγωνισμό Κρατικών Θεατρικών Βραβείων, σε σκηνοθεσία του Νίκου Διαμαντή και με ελεύθερη είσοδο για τους μετανάστες και τις μετανάστριες. Μια αποθήκη ονείρων. Ένας χώρος λιτός, σκοτεινός και βίαιος. Η επανάληψη της βίας σε μια χορογραφία ανάμεσα σ' έναν σκληρό αστυνομικό και σ' ένα φυγά-μετανάστη. Προσεκτικά σκηνοθετημένο, ώστε να αποφευχθούν οι μελοδραματισμοί και οι ευκολίες, με τη βοήθεια του καθημερινού λόγου του Παπάζογλου και με πολύ καλά επιλεγμένη μουσική, το παρόν συγχέεται με το παρελθόν, ο θύτης είναι και θύμα. Η ζωή και των δύο στα άκρα. Η ψυχή τους στο στόμα. Ο αστυνομικός στερημένος και φοβισμένος, από την άσκηση της βίας που διαπράττει. Ο ξένος δεν διστάζει να την ασκήσει και να αντιστρέψει τους ρόλους, όταν του δίνεται η ευκαιρία. Δίπλα-δίπλα, με τις χειροπέδες να αλλάζουν καρπούς και τα ερωτήματα κοινά για την σχέση τους με μία γυναίκα. Εξόριστοι τελικά και οι δύο, εκτός των γεωγραφικών και ψυχολογικών ορίων που η ύπαρξη τούς όρισε, μα πολύ μακριά για να το δει ο ένας για τον άλλον. Ο σκηνοθέτης, με παντελή απουσία του αφελούς διδακτισμού, βάζει τους πρωταγωνιστές στα πόδια των θεατών να αλληλοσπαράσσονται, για να μείνει στο τέλος ο ένας του άλλου αποκούμπι, μοναδικός ορισμός της ύπαρξής του. Δίπλα μας η βία, αλλά πολύ μακριά για να μας αφορά. Ή πάλι όχι;
Ελευθεροτυπία, 2007

Μια οδός για την Πολιτική και την Επικοινωνία

Το 2006 ήταν έτος αυτοδιοικητικών εκλογών που συνηθίζεται να αποτελούν πρόβα-τζενεράλε για τις εθνικές που έπονται. Αν οι τελευταίες λάβουν χώρα εντός του 2007 ή όχι-αν θα είναι «στην ώρα τους»- απασχολεί βεβαίως τα κομματικά επιτελεία, τα οποία έχουν μπει σε προεκλογική τροχιά.
Όπου προεκλογική τροχιά σημαίνει συνέδρια, διακηρύξεις, προγραμματικές αρχές, υποψηφιότητες και βιβλιοπαρουσιάσεις, στο σύνολό τους τίποτε άλλο παρά ουσιαστικά απόπειρες πολιτικής παρέμβασης.
Στις τελευταίες, ανεξάρτητα του ποιος υπογραφεί το πόνημα, δεξιός ή αριστερός, ακαδημαϊκός ή κοινοβουλευτικός, λογοτέχνης ή πρώην πρωθυπουργός, ακούγεται όλο και πιο συχνά το μότο-καταγγελία ότι υπάρχει «έλλειμμα πολιτικής», «η πολιτική απουσιάζει και το life style κερδίζει συνεχώς έδαφος», «τα επικοινωνιακά παιχνίδια καλύπτουν την απουσία πολιτικών προτάσεων», ότι έχουμε ανάγκη «επαναπολιτικοποίησης [sic] της πολιτικής» και άλλα βαρύγδουπα.
Με το σύνηθες μανιχαϊκό τρόπο που χαρακτηρίζει τη δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα, εάν κι όταν αυτή υπάρχει, έχουμε καταλήξει δεξιοί, κεντρώοι και αριστεροί, είτε να δαιμονοποιούμε την επικοινωνία, είτε να τη θεοποιούμε.
Με άλλα λόγια, είτε ισχυριζόμαστε ότι τα πάντα είναι επικοινωνία και όλα είναι επικοινωνιακές κατασκευές και κατηγορούμε εαυτούς και αντιπάλους για τη χρήση επικοινωνιακών τρυκ, είτε πιστεύουμε ότι η πολιτική επικοινωνία μπορεί να πετύχει τα πάντα. Και τα δυο, βεβαίως, αποτελούν μύθους που κατατρύχουν τη σκέψη πολιτικών και επιτελείων και λιγότερο- αν όχι καθόλου- του κοινωνικού συνόλου.
Για αυτό το λόγο, σε αυτό το ασφυκτικά στενό, άνυδρο πολιτικό πλαίσιο έχει ιδιαίτερη σημασία η προσπάθεια που έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια με τα σεμινάρια-συναντήσεις διαλόγου και προβληματισμού, τα οποία παίρνουν τη μορφή βιβλίου, χάρη στις Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις.
«Ο στόχος» των σεμιναρίων επισημαίνει ο Λεύτερης Κουσούλης, «ήταν η εκκίνηση από μια θεωρητική απαρχή, από μια θεωρητική ματιά στο σύνθετο φαινόμενο της πολιτικής επικοινωνίας και το άνοιγμα, με τη συμβολή και τις ερωτήσεις των συμμετεχόντων, στην προσπορίση μιας ωφελιμότητας για όλους, ομιλητές και ευρύτερο κοινό»[1].
Και ξαφνιάζει πραγματικά ο νηφάλιος και εμβριθής τρόπος διεξαγωγής του διαλόγου, ο οποίος ως τέτοιος αναμφισβήτητα συμβάλλει στην τελική υλοποίηση του στόχου από εκείνους, που έχουν δαιμονοποιηθεί ή θεοποιηθεί ως τεχνικοί επικοινωνίας, ως συμμετέχοντες με τον ένα ή άλλο τρόπο στην εγχώρια ιστορία της πολιτικής επικοινωνίας.
Ένα σύνολο εισηγήσεων και παρεμβάσεων που καταπιάνεται με το ερώτημα «τι είναι πολιτική επικοινωνία», που προσπαθεί να ορίσει ψύχραιμα το επικοινωνιακό περιβάλλον σήμερα, που αναρωτιέται «τι είναι και εάν υπάρχει η περιβόητη κοινή γνώμη», που εξετάζει την επικοινωνία των δημόσιων φορέων, της αυτοδιοίκησης, αλλά και των ιδιωτικών επιχειρήσεων, δίνει τη θέση του σε έναν κύκλο ερωτήσεων που βρίσκουν απαντήσεις.
Όσοι και όσες στις αρχικές τους εισηγήσεις διαφωνούν, τολμούν να αναμετρηθούν με τις διαφορετικές απόψεις. Δεν πρόκειται για σεμινάριο-καλλιστεία, όπως τα πολλά που έχουμε συνηθίσει να λαμβάνουν χώρα για λόγους εντυπωσιασμού και δημοσίων σχέσεων των συμμετεχόντων.
Πρωτίστως προσφέρουν τεράστιο έργο, αφού επιχειρούν και κατορθώνουν να δώσουν απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα αποτραγικοποιώντας και θέτοντάς τα στη σωστή τους διάσταση.
Έτσι στο δίλημμα εάν ο υποψήφιος, το κόμμα είναι προϊόν ή δεν είναι, εάν είναι σαμπουάν, με ευχάριστη έκπληξη διαβάζουμε αυτούς, τους «πωλητές», τους τεχνικούς της επικοινωνίας και όχι τους πολιτικούς να ξεκαθαρίζουν ότι το ερώτημα είναι ψευδές. Όπως ψευδές είναι και το ερώτημα «τι είναι πολιτική επικοινωνία». «Δεν υπάρχει πολιτική επικοινωνία.», τονίζει ο Λεύτερης Κουσούλης, «Υπάρχει πολιτική δράση, δράση που για να πετύχει τους στόχους της μέσα στον χρόνο, είτε αυτό γίνεται εν γνώσει του πρωταγωνιστή της είτε όχι, εμπεριέχει την επικοινωνία της»[2]. Και συνεχίζει στη συζήτηση, «Εδώ έχουμε στην πραγματικότητα μια προσπάθεια υποκατάστασης της πολιτικής από την επικοινωνία, δηλαδή από την έλλειψη της επικοινωνίας. Το να λέμε «δεν έχουμε επικοινωνία, άρα δεν έχουμε πολιτική», δηλαδή μας φταίει η επικοινωνιακή πολιτική (όπως ακούμε και διαβάζουμε) είναι μια μάταιη προσπάθεια αναζήτησης περιεχομένου. Επειδή λείπει το περιεχόμενο, αναζητούμε το έλλειμμα στην τεχνική του στήριξη».[3]
Και με τη σειρά του αναζητιέται στη συζήτηση το περιεχόμενο, η στρατηγική και ο ορισμός της, χωρίς την οποία καμιά επικοινωνιακή πολιτική δεν μπορεί να βοηθήσει, να οδηγήσει στην πολιτική νίκη. «Στην Ελλάδα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος, «βλέπουμε διάφορους φορείς, εταιρείες, οργανισμούς, υπουργεία να προσπαθούν να κάνουν drives, καμπάνιες όπως λέγονται, για διάφορα πράγματα, από τις οποίες όμως λείπει κατ΄ουσίαν ο στρατηγικός σχεδιασμός. Καταλήγουν να αποτελούν καθαρή επικοινωνιακή πολιτική, στερούμενη βαθύτερου σχεδιασμού, στόχου προς επίτευξη»[4].
Ανάμεσα στα πολλά που τέθηκαν σε αυτό το τραπέζι διαλόγου και ο ρόλος των ΜΜΕ: «Δεν μπορούμε να εκφωνούμε φιλιππικούς για την κοινωνική τους διάσταση», σημειώνει ο Χρήστος Μαχαίρας, «ξεχνώντας ότι είναι επιχειρήσεις και παραβλέποντας το ζήτημα της βιωσιμότητάς τους. Στο προηγούμενο περιβάλλον, στο καθεστώς της μονοπωλιακής συγκρότησης της αγοράς, το στοιχείο της διαφημιστικής απορρόφησης είχε απλώς και μόνο ένα ρόλο συμπληρωματικό ή εν πάση περιπτώσει ενισχυτικό. Σήμερα, όμως που ο ανταγωνισμός πολλαπλασιάζει τους εταίρους, μειώνοντας και τα κομμάτια της πίτας, το ζήτημα της διαφήμισης λειτουργεί ως θεμελιώδης λίθος που όχι μόνο διασφαλίζει τα οικονομικά των επιχειρήσεων media, αλλά και λειτουργεί ταυτόχρονα ως δίχτυ προστασίας, ως η αναγκαία και ικανή συνθήκη διασφάλισης της αυτονομίας και αυτοδυναμίας των ΜΜΕ».[5]
Η συζήτηση δεν αφήνει απέξω το τεράστιο ζήτημα της κοινωνικής ευθύνης των μέσων, ηλεκτρονικών και εντύπων[6], το βαθμό επιρροής[7] της τηλεόρασης στα πολιτικά πράγματα, την κριτική- που συχνά ακούγεται και γράφεται, ότι το παντοδύναμο μέσο υποβιβάζει την πολιτική στην κατηγορία των ειδήσεων και θυσιάζει στο βωμό της φθηνής εμπορικότητας και της εντυποσιωθηρίας τις πολιτικές παρεμβάσεις.
Ενδιαφέρον, επίσης, έχει ο διάλογος που αφορά τις δημοσκοπήσεις, τα «ιερά αντικείμενα»[8] της πολιτικής επικοινωνίας και της πολιτικής για κάποιους ή «αναπόσπαστο τμήμα της εξέλιξης της ανθρωπότητας και πυλώνας της δημοκρατίας.» για άλλους, αφού, «Η έρευνα απεχθάνεται τη νομοτέλεια, τα μη αναστρέψιμα, τα δεδομένα, το «έτσι είναι γιατί έτσι ήταν πάντα»»[9]
Από εκείνη την τριήμερη συνάντηση δεν έλειπαν και συγκεκριμένα παραδείγματα, τα γνωστά case studies, όπως οι προεκλογικές εκστρατείες για τις δημοτικές εκλογές, στην Αθήνα, το 1990, με τα οποία αναδεικνύονται τα όρια αποτελεσματικότητας της οποιασδήποτε προεκλογικής καμπάνιας, όταν εκλείπει η στρατηγική.
Αυτό το σεμινάριο που μετατράπηκε σε έναν καλαίσθητο και πολύ ενδιαφέροντα τόμο και που το ακολούθησαν άλλα δυο, ενώ ετοιμάζεται να γίνει και ένα τρίτο, αποτελεί την προσπάθεια να βρεθεί η οδός,[10] για να συζητηθούν κρίσιμα ερωτήματα που τεχνηέντως μένουν αναπάντητα, να αντιμετωπιστούν διλήμματα, να ξαναυπάρξει ψύχραιμος και σοβαρός δημόσιος λόγος, ο οποίος απουσιάζει και μας λείπει πολύ.
Γιατί «Κοινωνία και επικοινωνία είναι το ίδιο πράγμα, εκφρασμένο σε διαφορετική γλώσσα…», γιατί «…Πολιτική και πολιτική επικοινωνία είναι το ίδιο πράγμα, εκφρασμένο όμως σε διαφορετική γλώσσα»[11] και πρέπει να τολμάμε να τη μιλάμε.
[1] Κουσούλης, Λ. (2006),Εισαγωγή στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ. 7.
[2] Κουσούλης, Λ. (2006), Πολιτική δράση και πολιτική επικοινωνία, πράξεις παράλληλες, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.23.
[3] Κουσούλης, Λ. (2006), Συζήτηση και Παρεμβάσεις: Τι είναι Πολιτική Επικοινωνία, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.29.
[4] Ανδριανόπουλος, Α. (2006), Τα παραδείγματα των strategists και των ΗΠΑ, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.69.

[5] Μαχαίρας, Χ. (2006), Τα ηλεκτρονικά μέσα σε αναζήτηση του συγκερασμού κοινωνικής υπευθυνότητας και βιωσιμότητας, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.49.
[6] ««Παρακολουθώ δεν σημαίνει κατ΄ανάγκην «αποδέχομαι». Ενώ «διαβάζω» σημαίνει, τις περισσότερες φορές «επηρεάζομαι». Πολύ περισσότερο όταν η δεύτερη περίπτωση αφορά μια προσωπική επιλογή: «ξεχωρίζω από τα χρήματα μου τα ευρώ που χρειάζονται και αγοράζω μια συγκεκριμένη εφημερίδα, αντί ν΄ανταποκριθώ απλώς σε ένα μήνυμα που έτσι κι αλλιώς εκπέμπεται ανοίγοντας δηλαδή δωρεάν ή περίπου δωρεάν το κουμπί της συσκευής μου»». Βλαστάρης, Γ. (2006), Τύπος και πολιτική, μια σχέση αδιάρρηκτη, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.41.
[7] «Ο βαθμός επιρροής της εφημερίδας στην κοινωνία παραμένει ισχυρός γιατί η σχέση Τύπου ( εννοεί εφημερίδας) και πολιτικής εδράζεται σε βάση ιδεολογική. Η ιδεολογία είναι σύμφυτη με το πολιτικό μήνυμα. Η εφημερίδα εισηγείται θέση. Θα μπορούσε ένα κανάλι να έχει κύριο άρθρο; Μόνον η εφημερίδα έχει!» Βλαστάρης, Γ. (2006), Τύπος και πολιτική, μια σχέση αδιάρρηκτη, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.42.
[8] Ανδριανόπουλος, Α. (2006), Τα παραδείγματα των strategists και των ΗΠΑ, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.70.
[9] Φαναράς, Σ. (2006), Έρευνες, σχολές σκέψης, στρατηγική και δημοκρατία, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.108.
[10] « Η οδός, δεν βρίσκεται παρά μόνο περπατώντας την». Παπαγιαννίδης, Α. (2006), Συμπεράσματα: Δυο συγκεφαλαιωτικές ματιές, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.200.
[11] Λεούσης, Ν. (2006), Πέντε προτάσεις για την Πολιτική Επικοινωνία, στο «Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη», Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, σελ.108.
Η Πολιτική Επικοινωνία στην Πράξη
Τα σεμινάρια της Λέγειν & Πράττειν
εκδ. Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις,
Αθήνα,
Β΄ έκδοση, 2006.
επιμ. Αντώνης Παπαγιαννίδης, Μαριάννα Τόλια

ΠΟΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΗ;

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΉ

Ο Συνασπισμός εδώ και χρόνια βιώνει μια μόνιμη αντίφαση. Ενώ είναι δομημένος στη πράξη ως ένα ιστορικό « κόμμα νέου τύπου » με δεδομένη την αποκλειστικά κομμουνιστογενή κληρονομιά που άφησαν οι ιστορικές εκδοχές της ελληνικής Αριστεράς, με τη γνωστή «πυραμιδική» οργανωτική μορφή ( οργανώσεις βάσης – πολιτικές κινήσεις, νομαρχιακές επιτροπές, Κεντρική Πολιτική Επιτροπή - ΚΠΕ, Πολιτική Γραμματεία ), στη πράξη λειτουργεί ως κόμμα ( ολίγων ηγετικών ) στελεχών, συγκεντρωτικό και ιεραρχικό, με ιεραρχίες που δομούνται όχι μόνο από το συσχετισμό της δύναμης των τάσεων αλλά και το σταρ σύστεμ των καναλιών και των μεγάλων εφημερίδων. Η πολιτική συζήτηση σπάνια ξεφεύγει από τη δημοσιογραφικού τύπου παρουσίαση των αποφάσεων της Πολιτικής Γραμματείας, επενδυμένων με τη δημοκρατικοφάνεια αραιών Κεντρικών Πολιτικών Επιτροπών και φυσικά δε γίνεται λόγος για αμφίδρομη σχέση των καθοδηγητικών οργάνων και των οργανώσεων βάσης. Αποφάσεις, προτεραιότητες, καταστατικό, πολιτική γραμμή, είναι σχετικές και αμφίσημες έννοιες, με συνέπεια οι πολιτικές επιλογές να είναι μια αποκλειστική υπόθεση των στελεχών (όχι μόνο των κεντρικών αλλά και των περιφερειακών, των γραμματέων, των αυτοδιοικητικών, των βουλευτών- ως η απόλυτη «εξωθεσμική» δύναμη ).
Συνέπεια των προηγουμένων στους κόλπους του κόμματος είναι να ανθούν η διαμεσολάβηση, η ανάθεση και η υποκατάσταση. Τα όργανα υποκαθιστούν την ολομέλεια, τη ζωντανή συμμετοχή των μελών, τα μέλη αναθέτουν την πολιτική διεκπεραίωση στα στελέχη, οι τάσεις διαμεσολαβούν τις πολιτικές αντιθέσεις αλλά και τις κατανομές εξουσίας στα όργανα, αποτελώντας στη πράξη οργανωτικούς μηχανισμούς νομής της εσωκομματικής εξουσίας αντί να είναι κύτταρα παραγωγής πολιτικού και ιδεολογικού λόγου.
Β. Η ΧΑΜΕΝΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ

Εκ προοιμίου να δηλώσουμε ότι δεν θεωρούμε λυμένα τα ζητήματα εσωκομματικής δημοκρατίας, ιδιαίτερα τα ζητήματα συμμετοχής των μελών του κόμματος σε ουσιαστικές διαδικασίες διαμόρφωσης του συλλογικού «θέλω» και «είναι». Γνωρίζουμε εκ πείρας και σύγκρισης ότι στα κόμματα που φιμώνουν τις μειοψηφικές απόψεις, η διάσπαση παραμονεύει, όπως παραμονεύει ο αυταρχισμός και η καταστολή της ηγετικής ομάδας.
Πιστεύουμε ότι το κόμμα λειτουργεί ιεραρχικά και αρχηγικά με τις υπερεξουσίες των «προβεβλημένων» στελεχών. Το οργανωτικό καταστατικό συνέδριο του κόμματος τον Απρίλιο του 2005 μπορούσε και έπρεπε να αποτελέσει την ευκαιρία για ριζικές αλλαγές στη φυσιογνωμία και τις δομές του κόμματος. Όμως ναυάγησε, απωλέσαμε δηλαδή μια ακόμα ευκαιρία, μετά το τακτικό συνέδριο, για να αντικαταστήσουμε την «ολιγαρχική» διεύθυνση του κόμματος με μια αμεσοδημοκρατική και συμμετοχική. Η κατάληξή του μας προκάλεσε ανάμικτα συναισθήματα θυμηδίας και δυσαρέσκειας, καθώς ολοκληρώθηκε με το πιο εξευτελιστικό για το κόμμα και τους ίδιους τους συνέδρους τρόπο.
Κύριο χαρακτηριστικό του ήταν η σχεδόν πλήρης απαξίωση των καταστατικών αλλαγών που υποτίθεται ότι ήταν το κύριο αντικείμενό του, η συζήτηση επί των οποίων υποκαταστάθηκε κυρίως από μια ατέρμονη και μάλλον αδιέξοδη συζήτηση και αντιπαράθεση περί τάσεων που μετέτρεψε το Συνέδριο σε «θέατρο επιχειρήσεων» ανάμεσα στις τάσεις και τον πρόεδρο.
Ο πρόεδρος με δραματικό και εντελώς λαικίστικο τρόπο επιτέθηκε ουσιαστικά στις τάσεις για το τρόπο λειτουργίας τους, πρότεινε αφενός μεν να εκλέγεται ο Πρόεδρος από το Συνέδριο και αφετέρου να καταργηθούν οι λίστες για την εκλογή της Πολιτικής Γραμματείας με κατοχύρωση της μειοψηφίας.
Οι τάσεις υποστήριζαν ότι ανοίγει ο δρόμος για τη κατάργησή τους ενώ η άλλη πλευρά, παρά τις διαφοροποιήσεις, υποστήριζε ότι δε θίγονται επί της ουσίας οι τάσεις αλλά λαμβάνονται καταστατικά μέτρα για να αντιμετωπιστούν τα αρνητικά φαινόμενα περί μηχανισμών κλπ.
Όλες αυτές οι εν μέρει θλιβερές αντιπαραθέσεις δημιούργησαν πόλωση και ένταση, και ,στη πράξη, το συνέδριο περίπου διαλύθηκε στο τέλος, αποκορύφωμα της απαξίωσης και του κλίματος κρίσης και άγονης αντιπαράθεσης που επικράτησε κατά τη διάρκειά του, χωρίς να γίνει ουσιαστική συζήτηση για πολλές και κρίσιμες οργανωτικές αλλαγές.
Ψηφίστηκαν μεν οι περιορισμένες θητείες για Πολιτική Γραμματεία, βουλευτές και ευρωβουλευτές όχι όμως για την ΚΠΕ και όχι αναδρομικά για όλα τα παραπάνω, ενώ η πολυθεσία στις θέσεις βουλευτή, ευρωβουλευτή και δημοτικού ή νομαρχιακού συμβούλου παραπέμφθηκε στη ΚΠΕ- δηλαδή στις καλένδες. Παράλληλα, η ποσόστωση γυναικών στο 50% δε συζητήθηκε καν. Το μεγαλύτερο ανέκδοτο απ’ όλα ήταν ότι οι προτάσεις που δε συζητήθηκαν , δηλαδή η πλειοψηφία των προτάσεων της ΚΠΕ και όλες οι τροπολογίες των συνέδρων παραπέμφθηκαν « για προβληματισμό» στην ΚΠΕ, δηλαδή στον κάλαθο των αχρήστων κατά πάσα βεβαιότητα.

Γ. ΑΞΟΝΕΣ ΓΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΗ

Με δεδομένα τα παραπάνω εγείρεται η ανάγκη για ριζικές αλλαγές που θα προσδώσουν άλλα χαρακτηριστικά στο οργανωτικά γερασμένο και ιδεολογικοπολιτικά τελματωμένο σώμα του κόμματος. Όμως, καμιά τομή, κανένας επαναπροσδιορισμός της φυσιογνωμίας, ακόμα και της εσωκομματικής δημοκρατίας δε μπορεί να γίνει σε κενό πολιτικής δράσης. Οφείλουμε λοιπόν να δημιουργήσουμε ή να αξιοποιήσουμε τις πολιτικές συγκυρίες που βοηθούν και συμβάλλουν σε τέτοιες αλλαγές. Το εγχείρημα της Ανοικτής Πόλης και άλλων αναλόγων συλλογικοτήτων στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές, οι θετικές εμπειρίες από τη φυσιογνωμία και λειτουργία του Ελληνικού και του Ευρωπαικού Κοινωνικού Φόρουμ θα πρέπει να αποτελέσουν τον οδηγό στις αλλαγές που θεωρούμε αναγκαίες. Μας ενδιαφέρουν τα μοντέλα συλλογικοτήτων που συνδυάζουν τα αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά στη δομή και στη λειτουργία, που βρίσκονται σε συνομιλία με τα παλιά και τα νέα κοινωνικά κινήματα, που αναπτύσσουν επεξεργασίες συσσωματώσης της εμπειρίας και των διεκδικήσεων των αυτοδιαχειριστικών συμμετοχικών πειραμάτων καθώς και την απαραίτητη οργανωτική ευρωστία. Η «κοινωνικοποίηση» του Συ.Ριζ.Α., για παράδειγμα, η απόκτηση περιφερειακής υπόστασης με συμμετοχικές και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες είναι ένα μέτωπο που έχει ανοίξει και δεν έχει κλείσει παρά τις επιβουλές και τα λάθη.
Ανανέωση για μας σημαίνει ριζικές παρεμβάσεις σε ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτικό επίπεδο με τους παρακάτω τρόπους :
α) να επιδιώξουμε αφενός την εισροή πολλών νέων ανθρώπων ( απαραίτητα σε ηλικία αλλά και στη πολιτική και ιδεολογική ματιά ) από το χώρο των νέων και των παλιών κοινωνικών κινημάτων στο κομματικό οργανισμό που θα συμβάλλουν στην οργανωτική και πολιτική αναζωογόνησή του και αφετέρου την ουσιαστική αξιοποίηση της νεολαίας του κόμματος και άλλων νέων μελών στα κέντρα αποφάσεων.
β) να γίνουμε πιο παρεμβατικοί και πιο κοινωνικά γειωμένοι . Χωρίς πολιτική εξωστρέφεια, χωρίς κοινωνική ανατροφοδότηση, χωρίς συλλογικότητα και λαικότητα ο όποιος πολιτικός και ιδεολογικός λόγος του κόμματος είναι «ακαδημαικός» και αφιλόξενος στις κοινωνικές δυνάμεις που θέλει να εκπροσωπήσει.
γ) να καταρτίσουμε ένα «μεταβατικό πρόγραμμα» πολιτικών θέσεων και προγραμματικών διεκδικήσεων με αιτήματα και στόχους που να πολιτικοποιούν και να οριοθετούν την αντίθεσή μας στο νεοφιλελευθερισμό, να οργανώνουν πολιτικά τις κοινωνικές αντιστάσεις και τις εργατικές διεκδικήσεις, να φωτίζουν την κοινωνική δυναμική, από τη σκοπιά της ριζοσπαστικής προοπτικής του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού και του δημοκρατικού δρόμου. Για να το πούμε με άλλα λόγια, την υποχρέωση που έχει κάθε αριστερό, πολιτικό υποκείμενο - επί ποινή εξαφάνισής του από το πολιτικό σκηνικό, σε αντίθετη περίπτωση - να συμπυκνώνει, τα σκόρπια αιτήματα στο κοινωνικό επίπεδο, σε συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα, έτσι ώστε να τα καταστήσει πραγματικό πολιτικό διακύβευμα.
δ) να αντιμετωπίσουμε επιτέλους και να λύσουμε δημιουργικά το μέγιστο ζητούμενο της εσωκομματικής δημοκρατίας, της αντιγραφειοκρατικής πρακτικής και του (αντι) (μονο)τασικού ελέγχου του κόμματός μας . Οι τάσεις δικαιολογούν το ρόλο, την αναγκαιότητά τους στη συνείδηση των μελών στο βαθμό που συμβάλλουν στο πολιτικό προβληματισμό, που πλουτίζουν το πολιτικό διάλογο, που εμβαθύνουν στα στρατηγικά διλήμματα. Τάσεις νομής της εσωκομματικής εξουσίας όχι μόνο δε προσφέρουν αλλά διαιωνίζουν τη κρίση της εσωκομματικής δημοκρατίας και της αποξένωσης των μελών από τη πολιτική συμμετοχή.
ε) να επιδιώξουμε μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες το συνολικό μετασχηματισμό του κόμματος στις κατευθύνσεις της ανάκλησης και της εναλλαγής των εκλεγμένων σε διάφορα όργανα μελών του, της έμπρακτης αποδόμησης της διάκρισης μελών και στελεχών, της ελεύθερης ύπαρξης ρευμάτων, της μη υπονόμευσης των θέσεων μετά τη λήψη των αποφάσεων και της καθολικής κινητοποίησης των μελών και ουσιαστικής συμμετοχής τους στις αποφάσεις .
Μόνο η προοπτική της επανίδρυσης του κόμματος με τα χαρακτηριστικά που προαναφέρουμε μπορεί να καταστήσει εφικτή την πιθανότητα δημιουργίας ενός κόμματος πραγματικά ανανεωμένου σε πρόσωπα, σε οργανωτική διάρθρωση και σε πολιτικές επιλογές και, άρα, πιο ανταγωνιστικού και επικίνδυνου για το σύστημα. Πιστεύουμε ότι πρέπει να συμβεί μια αληθινή πολιτισμική επανάσταση, έτσι ώστε να μετατραπεί το κόμμα από συμπαθές κόμμα-studio, σε κόμμα-εργαλείο μάχης των λαικών στρωμάτων και των νέων και παραδοσιακών κοινωνικών κινημάτων. Η σημερινή ηλικιακή και κοινωνική σύνθεση του κόμματος, τα αξεπέραστα οργανωτικά προβλήματα και οι παραδόσεις που έχουν δημιουργηθεί καθιστούν την επίτευξη αυτού του στόχου αδύνατη. Εννοείται ,βέβαια, ότι δεν πρέπει να αποκλείσουμε κανέναν και καμιά από τον «ιστορικό χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς» από αυτές τις ενωτικές, ανασυνθετικές διαδικασίες. Όπως ακριβώς ισχύει και για το στόχο της ενότητας όλης της Αριστεράς σε επίπεδο κινήματος, από τις προοπτικές επανίδρυσης πρέπει να αποκλείονται μόνο όσοι και όσες αυτοαποκλείονται. Αυτό φυσικά δεν μπορεί να σημαίνει ότι υποχωρούμε σε πολιτικές απειλές, συνεχίζοντας να ισορροπούμε ανάμεσα σε προοπτικές ανταγωνιστικές μεταξύ τους. Οποιεσδήποτε άλλες επιλογές είναι καταδικασμένες να αναπαράγουν με σισύφειο τρόπο τα αδιέξοδα που μας ταλαιπωρούν σήμερα .
Αυγή, 2006

Βιβλιοκριτική: "Μια αδελφική επιστολή Εγχειρίδιο.Προεκλογικής Εκστρατείας".

Q.T.Cicero, Εγχειρίδιο Προεκλογικής Εκστρατείας,
Εισαγωγή-Μετάφραση: Αθηνά Δημοπούλου-Πηλιούνη,
Πρόλογος: Καλλιόπη Μπουρδάρα,
εκδ. Πατάκης, Αθήνα, 2004.


«Αν και είσαι προικισμένος με όσα μπορεί να χαρίσει στους ανθρώπους το ταλέντο, η πείρα ή η επιμέλεια, θεώρησα πως δεν είναι ανάξιο της αμοιβαίας μας στοργής, να σου υποδείξω όσα μου έρχονταν στο μυαλό, καθώς σκέφτομαι μέρα νύχτα την προεκλογική σου εκστρατεία. Όχι για να μάθεις κάτι νέο από αυτά, αλλά για να συναχθούν όλα όσα μέσα στη δράση φαίνονται διάσπαρτα και συγκεχυμένα, με τη λογική και την κατάταξη, σε μια άποψη. Αν και η φύση είναι πράγματι ισχυρή, όπως φαίνεται, μπορεί κανείς προσποιούμενος, να νικήσει τη φυσική έξη για μια υπόθεση λίγων μηνών».

Με τα πιο πάνω λόγια ξεκινά η επιστολή του Κόιντου Τύλλιου Κικέρωνα προς τον αδελφό του Μάρκο Τύλλιο Κικέρωνα, υποψήφιο για το ανώτατο αξίωμα της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, το 64 π.Χ.
Πρόκειται για ένα κείμενο που απευθύνεται στον πρώτο homo novus[1] που αναδεικνύεται ύπατος από το 94 π.Χ, με το κακόηχο και άγνωστο στη Ρώμη όνομα Cicero, που σημαίνει ρεβίθι και που επρόκειτο για παρατσούκλι από κουσούρι προγόνου στο πρόσωπο.
Η ερώτηση που τίθεται από την πρώτη κιόλας γραμμή του προλόγου και αφορά το «γιατί ένας πολιτικός ή γενικά ένας σύγχρονος άνθρωπος να διαβάσει ένα εγχειρίδιο προεκλογικής εκστρατείας που γράφτηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. και αναφέρεται στην πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της Ρώμης και του ρωμαϊκού λαού της εποχής εκείνης»[2] δεν περιορίζεται στην κοινότοπη απάντηση ότι η ιστορική γνώση φωτίζει καλύτερα το παρόν και τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Πολύ γρήγορα το ίδιο το κείμενο, μια επιστολή με τη μορφή και τις διαστάσεις μιας μικρής πραγματείας, δίνει την απάντηση, αφού ουσιαστικά και χωρίς ίχνος υπερβολής πρόκειται για έναν άρτιο οδηγό πολιτικού μάρκετινγκ, όπως ορθότατα σημειώνει η Αθηνά Δημοπούλου-Πηλιούνη.[3]

Με ισχυρούς επαγωγικούς αρμούς στην λεπτομερή περιγραφή των όσων οφείλει να πράξει ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρωνας για να εξασφαλίσει την εκλογή του στο ύπατο αξίωμα, ο Κόιντος ξεδιπλώνει τις μεθόδους, τους τρόπους και τη στρατηγική αφήνοντας έκπληκτο τον αναγνώστη, να αναρωτιέται για το ποτέ γράφτηκε το συγκεκριμένο κείμενο.
Αφού εξαντλεί την περιγραφή των θετικών ιδιοτήτων της υποψηφιότητας του αδελφού του σε σύγκριση με τα μειονεκτήματα των αντιπάλων, όπως οφείλει να κάνει ο κάθε αναλυτής και επικοινωνιολόγος, προκειμένου να χαράξει ορθή προεκλογική στρατηγική, προχωρά στην παράθεση των συμφερόντων που είναι αντίθετα στην εκλογή του Κικέρωνα.
Οι συμβουλές που ακολουθούν, αφορούν τις τακτικές οργάνωσης των υποστηρικτών, των φίλων, των συγγενών και των κοινών σωματείων. Άλλως, με όρους πολιτικής επικοινωνίας, η οργάνωση των «πυρήνων» που θα προπαγανδίσουν σε διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές τάξεις ψηφοφόρων την υποψηφιότητα του Κικέρωνα. Η κεφαλαιοποίηση, επίσης, σε ψήφους και επιρροή των δικών που έχει κερδίσει ο Κικέρωνας για διάφορους ισχυρούς, αλλά και τα ρουσφέτια, εξετάζονται, ως ιδιαιτέρως αποτελεσματικά εκλογικά εργαλεία: «και ακόμα, στα ρουσφέτια, που πρέπει να τα διαφημίζεις και να τα προβάλλεις,..»[4].
Ο Κόιντος εφιστά την προσοχή του υποψηφίου στο πάθος των νεότερων σε ηλικία υποστηρικτών, αφού «ο ζήλος των νεαρών στο να συλλέγουν ψήφους, να κάνουν επαφές, να κυκλοφορούν διαδόσεις, να αποτελούν τη συνοδεία σου, είναι εντυπωσιακός και σου προσδίδει κύρος»[5]
Δε φείδεται, επίσης, των συμβουλών που αφορούν το ύφος, τα λόγια και τις μικρές εκείνες λεπτομέρειες στην προσωπική επαφή του υποψηφίου με τους εν δυνάμει ψηφοφόρους του. «…χρειάζεται γερή μνήμη για ονόματα, κολακεία, συνεχή παρουσία, γενναιοδωρία, δημοσιότητα…»και συνεχίζει υπερθεματίζοντας «…αλλά αυτό που χρειάζεσαι επιτακτικά είναι η κολακεία, που ακόμα κι αν στην υπόλοιπη ζωή είναι ένα κακό ελάττωμα, παρ’ όλα αυτά, στην προεκλογική εκστρατεία είναι απαραίτητη[6]».
Ο Κόιντος κάνει λόγο ξεκάθαρα για χειρισμό του λαού, για πλούσιες υποσχέσεις και κολακευτικές και προτρέπει τον Κικέρωνα για: «ό,τι δεν μπορείς να κάνεις, αρνήσου το με λεπτότητα, ή καλύτερα να μην το αρνηθείς. Ένας καλός άνθρωπος θα κάνει το πρώτο, ένας καλός υποψήφιος το δεύτερο[7]».
Ο υποψήφιος δέχεται συμβουλές και για το ενδεχόμενο αρνητικών καταστάσεων που θα αντιμετωπίσει κατά την προεκλογική εκστρατεία. «Παντού βασιλεύουν η απάτη, οι παγίδες, η προδοσία. Δεν είναι ώρα τώρα να ξαναρχίσουμε την αιώνια συζήτηση[8]» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κόιντος. Και με αφετηρία αυτή τη διαπίστωση κάνει λόγο για την ορθή αντιμετώπιση της τάξης των αναδόχων έργων, το φόβο που πρέπει να ξυπνήσει ο Κικέρωνας στους μεσαζόντες της πολιτικής εξαγοράς, τα «λαδώματα[9]».
Εντυπωσιακή, επίσης, είναι η σημασία που αποδίδει στην προβολή του υποψηφίου με κάθε τρόπο, στην προεκλογική εκστρατεία, η οποία πρέπει να είναι ιδιαιτέρως εντυπωσιακή. «…να μιλήσουμε για τη διαφήμιση» τον προτρέπει χαρακτηριστικά «την οποία πρέπει να επιδιώξεις όσο το δυνατόν[10]». Και πιο κάτω συνεχίζει: «Φρόντισε όλος σου ο προεκλογικός αγώνας να είναι μια λαμπρή επίδειξη, έξοχη, μεγαλοπρεπής, δημοφιλής, που να δημιουργεί τις καλύτερες εντυπώσεις και το μεγαλύτερο γόητρο[11]».
Στη σημαντική εισαγωγή, όπου παρατίθεται η ζωή και η πολιτική σταδιοδρομία του Κικέρωνα, η εποχή του και η πολιτική συγκυρία, η Αθηνά Δημοπούλου-Πηλιούνη προχωρά και στην ανάλυση της δομής και του λόγου ύπαρξης της συγκεκριμένης επιστολής. Τι ανάγκη άραγε υπήρχε, ώστε ο κατά τέσσερα χρόνια μικρότερος αδελφός να συντάξει έναν λεπτομερή «οδικό χάρτη» προεκλογικών συμβουλών προς τον αδελφό που συναντούσε καθημερινά, προς τον Κικέρωνα, το σημαντικό ρήτορα των δικανικών και πολιτικών λόγων, των φιλοσοφικών πραγματειών;
Η Αθηνά Δημοπούλου-Πηλιούνη ισχυρίζεται ότι ουσιαστικά πρόκειται για μια «ανοικτή επιστολή», ένα εργαλείο προπαγάνδας της υποψηφιότητας του Μάρκου Κικέρωνα, ερμηνεία που ενισχύεται από την λεπτομερή προβολή των πλεονεκτημάτων της εκλογής του και την εξίσου λεπτομερή απαρίθμηση των μειονεκτημάτων των αντιπάλων του. Ο στόχος της επιστολής παρουσιάζεται να είναι διττός: α) μια πραγματεία περί επιτυχούς προεκλογικής εκστρατείας και β) η προβολή της εκλογής του Κικέρωνα, χωρίς την άμεση εμπλοκή του υποψηφίου που θα ακύρωνε το αληθές των πλεονεκτημάτων της εκλογής του, «ένας μακρινός πρόδρομος των ενημερωτικών (αλλά πληρωμένων) καταχωρήσεων και λοιπών οδηγών που δημοσιεύονται με χορηγίες διαφημιζομένων στα σύγχρονα διαφημιστικά μέσα[12]».
Εν όψει των εκλογών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που θα λάβουν χώρα την επόμενη Κυριακή, δε θα ήταν καθόλου άσκοπο οι υποψήφιοι να προστρέξουν για τις συμβουλές του Κόιντου Τύλλιου Κικέρωνα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
[1] «Ο λατινικός όρος “homo novus” αφορά το πρώτο άτομο ενός γένους ή μιας οικογένειας που κατείχε αξίωμα. Τυπικά η κατάληψη των αξιωμάτων στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία (Res Publica) ήταν εφικτή για όλους τους πολίτες. Ωστόσο, με ελάχιστες εξαιρέσεις την εξουσία άσκουσε σε όλα τα επίπεδα των αξιωμάτων η κληρονομική αριστοκρατία, η οποία είχε τα χρήματα και τα μέσα, ώστε να επιτυγχάνει τη συνεχή εκλογή των μελών της.
[2] Βλ. Μπουρδάρα Κ. (2004), Πρόλογος, στο Q.T.Cicero, Εγχειρίδιο Προεκλογικής Εκστρατείας, Αθήνα, Πατάκης, σελ. 11.
[3] Βλ. Δημοπούλου-Πηλιούνη Α. (2004), Εισαγωγή, στο Q.T.Cicero, Εγχειρίδιο Προεκλογικής Εκστρατείας, Αθήνα, Πατάκης, σελ. 76.
[4] Βλ. Q.T.Cicero, Εγχειρίδιο Προεκλογικής Εκστρατείας, Αθήνα, Πατάκης, σελ. 147.
[5] Βλ. στο ίδιο, σελ. 135 κ.ε.
[6] Βλ. στο ίδιο, σελ. 145 κ.ε.
[7] Βλ. στο ίδιο, σελ. 149 κ.ε.
[8] Βλ. στο ίδιο, σελ. 141 κ.ε.
[9] Βλ. στο ίδιο, σελ. 163 κ.ε.
[10] Βλ. στο ίδιο, σελ. 155 κ.ε.
[11] Βλ. στο ίδιο, σελ. 159 κ.ε.
[12] Βλ. Δημοπούλου-Πηλιούνη Α. (2004), Εισαγωγή, στο Q.T.Cicero, Εγχειρίδιο Προεκλογικής Εκστρατείας, Αθήνα, Πατάκης, σελ. 77.

Βιβλιοκριτική: "Πολιτικός Φιλελευθερισμός: Επιείκεια και Πολλαπλότητα."

Τζων Ρωλς, Ο πολιτικός φιλελευθερισμός, εκδ. Μεταίχμιο 2004, Αθήνα, 2004

Ο Τζων Ρωλς, (1921-2002), με το έργο του, επιδίωξε να συντηρήσει, το διάλογο στο πεδίο της κλασικής φιλοσοφίας με σημαντικούς διανοούμενους. Το έργο του Ρωλς σήμερα διανύει την επώδυνή του ενηλικίωση[1], όπως εύστοχα παρατηρεί ο κ. Σ. Μαρκέτος στο προλογικό σημείωμα.
Ο Ρωλς με το έργο του Θεωρία της Δικαιοσύνης, το οποίο εκδόθηκε στα ελληνικά το 2001 από τις εκδόσεις «Πόλις» με επιμέλεια του κ. Α. Τάκη, έθετε ως σκοπό του έργου αυτού τη γενίκευση της θεωρίας του κοινωνικού συμβολαίου και μάλιστα σε ένα ανώτερο επίπεδο αφαίρεσης. Όπως ο ίδιος επισημαίνει στην εισαγωγή του, στο έργο του Ο Πολιτικός Φιλελευθερισμός, επιθυμούσε αφενός να φωτίσει εκείνα τα δομικά στοιχεία της εννοιολογικής κατασκευής που όρισε ως «η δικαιοσύνη ως επιείκεια», αφετέρου να αναπτύξει με βάση αυτά τα στοιχεία μια συγκροτημένη και συστηματική εναλλακτική εξήγηση της δικαιοσύνης, υπερέχουσας του ωφελιμισμού.
Να σημειωθεί ότι αρχική επισήμανση του φιλοσόφου υπήρξε το γεγονός πως, ιδιαίτερα στον σύγχρονο αγγλοσαξονικό κόσμο, η θεώρηση της ηθικής φιλοσοφίας περιέχει κυρίαρχα τη μορφή του ωφελιμισμού. Επόμενο αυτής της θεώρησης είναι η αναντιστοιχία των συμπερασμάτων του ωφελιμισμού και των ηθικών πεποιθήσεων. Η αναντιστοιχία αυτή έχει ως απόρροια τον εξαναγκασμό μιας επιλογής μεταξύ ωφελιμισμού και ορθολογικής διαίσθησης. Πρόκειται, δηλαδή, για μια κατάσταση ακατάλληλη για τη θεώρηση, αλλά και σταθερότητα των θεσμών μια δημοκρατικής κοινωνίας με σεβασμό στην ύπαρξη πολλαπλών δογμάτων εύλογων αλλά και ασύμμετρων, ιδίως από τη Μεταρρύθμιση του 16ου αιώνα, με τις αντιπαραθέσεις και τους θρησκευτικούς πόλεμους.
Ο Τζων Ρωλς, μέσω της εξέτασης της αντίθεσης του κλασικού κόσμου και του μεσαιωνικού χριστιανισμού, σε σχέση με τη θρησκεία, εξαιρεί την ιστορική σημασία της Μεταρρύθμισης, η οποία οδήγησε στις θρησκευτικές διαιρέσεις, που με τη σειρά τους αναγκάζουν όλους μας να αποδεχθούμε την πολλαπλότητα ως αναπόδραστη πραγματικότητα.
Ο ίδιος, βέβαια, επισημαίνει ότι αποδίδοντας τις ιστορικές καταβολές του πολιτικού φιλελευθερισμού στη Μεταρρύθμιση και στην ατέρμονη σύγκρουση περί ανεξιθρησκίας, λανθάνει ο κίνδυνος του παρωχημένου. Τα σημερινά προβλήματα, της πολιτικής ζωής-τουλάχιστον στο καλούμενο Δυτικό κόσμο-, όπως αυτά του φύλου, της φυλετικής και εθνοτικής ταυτότητας είναι τόσο διαφορετικά και πολύπλοκα σε σχέση με αυτό της ανεξιθρησκίας που απαιτούν διαφορετικές αρχές τις δικαιοσύνης, πέρα από τον ορισμό της απλά ως επιείκεια.
Λαμβάνοντας σοβαρά υπ’ όψιν του τις κριτικές, τις οποίες δέχθηκε το έργο του Θεωρία της Δικαιοσύνης για αυτό ακριβώς στο οποίο και ο ίδιος αναφέρεται, για την εξαιρετικά αφαιρετική συγκρότηση της ιδέας της εύτακτης κοινωνίας[2], αλλά και την έλλειψη διάκρισης μεταξύ ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας, επιδιώκει στο Πολιτικό Φιλελευθερισμό να ορίσει την έννοια της πολιτικής αντίληψης της δικαιοσύνης αίροντας τις όποιες αμφισημίες και αποφεύγοντας τον κίνδυνο της άρσης ορισμένων ηθικών αρετών σε κυρίαρχο ρυθμιστή του φιλελεύθερου συνταγματισμού.
Για το φιλόσοφο, ο φιλελεύθερος συνταγματισμός πρόσφερε μια επιτυχή, νέα κοινωνική δυνατότητα, εκείνη που επιτρέπει την ύπαρξη μιας σταθερής κοινωνίας πολλαπλότητας. Ωστόσο, το δομικό πρόβλημα του πολιτικού φιλελευθερισμού παραμένει και συνοψίζεται στο εξής: πως είναι δυνατόν να επιτευχθεί η σταθερότητα και η δικαιοσύνη στον τρόπο με τον οποίο υφίσταται και λειτουργεί μια κοινωνία ίσων και ελεύθερων πολιτών, οι οποίοι διαφωνούν στα ηθικά, θρησκευτικά και φιλοσοφικά πιστεύω τους;
Και τούτο πρέπει να απαντηθεί ως πρόβλημα πολιτικής δικαιοσύνης και όχι υπέρτατου αγαθού[3]. Δεν μπορεί να τεθεί ως πρόβλημα και να απαντηθεί μέσω μιας αξιολόγησης ηθικών κρίσεων. Ο φιλόσοφος με το έργο του Ο Πολιτικός Φιλελευθερισμός αντιλαμβάνεται τη δικαιοσύνη όχι ως αληθινή, αλλά ως εύλογη. Η έννοια της δικαιοσύνης έχει ως αναγκαία χαρακτηριστικά, όλα όσα οδηγούν σε ένα αποτελεσματικό σύστημα συνεργασίας:με δημόσιους αναγνωρισμένους κανόνες και διαδικασίες, μια ορισμένη ιδέα αμοιβαιότητας και μια «ορισμένη ιδέα περί του ορθολογικού οφέλους ή, αλλιώς, του αγαθού κάθε συνεργαζόμενου υποκειμένου».
Βεβαίως, εδώ τίθεται το ερώτημα εάν οποιοδήποτε εύλογο δόγμα που υπάρχει σε μια κοινωνία είναι ορθό, περιέχει μια σωστή αντίληψη της πολιτικής δικαιοσύνης. Περαιτέρω, τίθεται το μεγάλο ζήτημα τι συμβαίνει εάν την ηγεμονία κατέχει μη εύλογο πολιτικό δόγμα. Για το τελευταίο, ο φιλόσοφος προστρέχει στον πολιτικό κατασκευισμό.
Πιο συγκεκριμένα, προστρέχει στον πολιτικό κατασκευισμό κατά του καντιανού κατασκευισμού. Ο πολιτικός κατασκευισμός «λέει μόνο πως για μια εύλογη και χρηστική πολιτική αντίληψη τίποτε περισσότερο δεν χρειάζεται πέρα από μια δημόσια βάση στις αρχές του πρακτικού λόγου, αλληλένδετες με κάποιες αντιλήψεις της κοινωνίας και του προσώπου»[4]. Ωστόσο, ο πολιτικός κατασκευισμός συνιστά ουσιαστικά μονάχα θεώρηση των πολιτικών πρακτικών και παραμένει αναπάντητο το ερώτημα για τη στάση έναντι των μη ευλόγων δογμάτων. Η έννοια της επάλληλης συναίνεσης των ευλόγων και περιεκτικών δογμάτων, η «εύλογη πολλαπλότητα σε αντιδιαστολή προς την πολλαπλότητα καθαυτή» αποβλέπουν στην ισχυροποίηση της ιδέας της πολιτικής αντίληψης της δικαιοσύνης.
Για αυτό, ακριβώς, το λόγο ο φιλόσοφος επιχειρεί να ορίσει το πολιτικό και συνταγματικό πλαίσιο επίτευξης της επάλληλης συναίνεσης. Στην απόπειρα του αυτή, αναφαίνεται μια σημαντική αδυναμία: η συγκρότηση μιας πολιτικής αντίληψης της δικαιοσύνης ευθυγραμμίζεται με το δικό μας περιεκτικό δόγμα, προτείνεται στο πλαίσιο της ιδιαίτερης μας θεώρησης για την αλήθεια ή την ευλογότητα. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η αδυναμία, ο Ρωλς προκρίνει, τελικά, το ορθό έναντι του αγαθού. Η πολιτική αντίληψη της δικαιοσύνης περιορίζει τα πρωταρχικά αγαθά ως ανάγκες των πολιτών για να απαντήσει «πως είναι δυνατό να υπάρξει, με δεδομένη την εύλογη πολλαπλότητα, μια δημόσια κατανόηση του τι πρέπει να μέτρα για ευνοϊκό στα ζητήματα πολιτικής δικαιοσύνης»[5].
Ο Ρωλς, προκειμένου να παλέψει με τα κενά και τους φορμαλισμούς, που γεννά το οικοδόμημά του, καταφεύγει στο να προκρίνει κάποιες ηθικές αρετές και δυνάμεις, ως ρυθμιστικές της επάλληλης συναίνεσης. Και με αυτό τον τρόπο παραμένει αναπάντητο το ερώτημα των τελικών κριτηρίων για τα δόγματα. Όπως, ο ίδιος επισημαίνει το να αναγνωρίζουμε τις θεωρήσεις των άλλων ως εύλογες, δεν σημαίνει ότι αυτόχρημα τις αναγνωρίζουμε και ως αληθινές, δε σημαίνει ότι υπάρχει επίκοινη δημόσια βάση.
Συμπερασματικά, ο Ρωλς με τον Πολιτικό Φιλελευθερισμό προκάλεσε έναν παγκόσμιο διάλογο, εξαιρετικά γόνιμο, αλλά στην προσπάθεια του να άρει τις προηγούμενες αμφισημίες του έργου του, δημιούργησε «στο μεταξύ και πολλές οφειλές.[6]»

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
[1] «Ο ρωλσιανός φιλελευθερισμός σήμερα διανύει την επώδυνή του ενηλικίωση.» (Ρωλς 2004, προλογικό σημείωμα:ΧΙ).
[2] «Το σοβαρό πρόβλημα που έχω στο νου μου αφορά την ιδέα της εύτακτης κοινωνίας, την οποία στη Θεωρία παρουσίαζα μη ρεαλιστικά.» (Ρωλς 2004:4)
3 Το τελευταίο καθιστά ιδιαίτερη διαφωτιστική τη σύγκριση στην οποία έχει προβεί ο Τζων Ρωλς μεταξύ αρχαίου κόσμου και μεσαιωνικού χριστιανισμού. Η ηθική φιλοσοφία στον αρχαίο κόσμο, αναδύεται σε ένα πλαίσιο, οπου δεν υπάρχει η ιδέα του υπέρτατου αγαθού, όπως στον μεσαιωνικό χριστιανισμό. Ενός αγαθού που δεν επιδεχόταν αμφισβήτησης, όπως και η έννοια του ηθικού χρέους, η οποία θεμελιωνόταν με την πίστη στο θείο νόμο. Η αρχαία θρησκεία, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ήταν μονάχα πολιτική, χωρίς σωτηριολογικά, δογματικά και επεκτατικά δόγματα που «θρέφουν» τη μισαλλοδοξία ως βασικό συστατικό ενότητας για μια εύτακτη κοινωνία.
[4]«Ο πολιτικός κατασκευισμός, λοιπόν, δεν επικρίνει τις θρησκευτικές, φιλοσοφικές ή μεταφυσικές παρουσιάσεις της αλήθειας των ηθικών κρίσεων και της εγκυρότητάς τους. Η ευλογότητα είναι το κανονιστικό του κριτήριο για την ορθότητα, και με δεδομένους τους πολιτικούς του σκοπούς, δεν χρειάζεται καθόλου να προχωρήσει πέρα από αυτήν.» (Ρωλς 2004:168)
[5] (Ρωλς 2004:230)
[6] (Ρωλς 2004:20)

Έναρξη Διαπραγματεύσεων: Μύθοι και Επισημάνσεις.

Μύθος πρώτος: «ο καλός Ερντογάν και οι κακοί στρατηγοί».
Επισήμανση: Το πιο σημαντικό που έχει κατορθώσει ο σημερινός πρωθυπουργός της γείτονος χώρας είναι να αποστασιοποιηθεί με τον πλέον δυνατά διακριτό τρόπο από αυτό που με έναν αρκετά μεταφυσικό τρόπο ορίζουμε ως βαθύ κράτος της Τουρκίας. Ξεχνάμε, ωστόσο, ότι στην παγκόσμια συγκυρία δαιμονοποίησης του Ισλάμ, μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, οι λαοί της Ευρώπης είπαν όχι πρωτίστως στη μαντίλα και δευτερευόντως στον ανεξέλεγκτο οικονομικά ρόλο του στρατού στη γειτονική Τουρκία. Μεγάλο τμήμα του μουσουλμανικού πληθυσμού της Τουρκίας προσβλέπουν από την ευρωπαϊκή ένταξη της χώρας τους την απελευθέρωση από το χαλινό του εκκοσμικευμένου κράτους που έχει επιβάλλει ο κεμαλισμός και οι αντιπρόσωποί του, οι στρατιωτικοί. Επιθυμούν να γίνουν ευρωπαίοι για να μπορούν άφοβα να φορέσουν την μαντίλα. Προσβλέπουν, δηλαδή σε αυτό που φοβίζει τους ευρωπαίους. Επομένως τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα από μια μανιχαϊκή διάκριση τύπου σπαγκέτι-γουέστερν, με τον καλό πρωθυπουργό, τους κακούς στρατηγούς και τους άσχημους γκρίζους λύκους.
Μύθος δεύτερος: η ευρωπαϊκή απάντηση που υποτίθεται δόθηκε με την έναρξη των διαπραγματεύσεων στην αμερικανική θεωρία περί σύγκρουσης πολιτισμών του Χάντινγκτον. Ο Τούρκος πρωθυπουργός δήλωσε με έμφαση ότι η έναρξη διαπραγματεύσεων της ΕΕ με την Τουρκία θα αποδείξει ότι η Ευρώπη δεν είναι ένα φοβικό, κλειστό κλαμπ χριστιανικών κρατών με καμία ανοχή στη θρησκευτική διαφορά. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. κος Μπαρόζο, προέτρεπε, από την άλλη, την Τουρκία να «κερδίσει τις ψυχές και τις καρδιές των ευρωπαίων πολιτών».
Επισήμανση: Ας μην βιαζόμαστε, όμως, αφού το συγκεκριμένο αναλυτικό πλαίσιο με τα αντίστοιχα εργαλεία δεν είναι τόσο καινοφανές και ρηξικέλευθο, όσο παρουσιάζεται. Άσχετα από την αρτιότητα συγκρότησης του επιχειρήματος, πιστεύουμε ότι μια προσεχτική ανάγνωση της παγκόσμιας ιστορίας αποδεικνύει πως οι συγκρούσεις και οι εντάσεις μεταξύ στρατιωτικών, οικονομικών και πολιτικών συνασπισμών της εκάστοτε εποχής ενδύονταν πολλές φορές το μανδύα αγεφύρωτων πολιτισμικών ή θρησκευτικών διαφορών. Η περαιτέρω διερεύνηση της τελευταίας παρατήρησης δεν είναι βέβαια της παρούσης.
Ωστόσο είναι σημαντική, εάν επιθυμούμε να μη προτρέχουμε σε σενάρια περί αρχής νέας περιόδου της ιστορίας με αντίστοιχα και δυσνόητα προς επίλυση προβλήματα, που μας καθιστούν αμήχανους-ας θυμηθούμε τη θεωρία περί τέλους της ιστορίας που κυριαρχούσε στις αναλύσεις μέχρι πρότινος. Και είναι, επίσης, χρήσιμη, εάν δεν θέλουμε να ολισθήσουμε, αλλά και να τροφοδοτήσουμε την αντι-ισλαμική υστερία, η οποία θα χωρίσει τον κόσμο και πολιτισμικά και θα προωθήσει αυτά τα σενάρια περί τρομερού πόλεμου των πολιτισμών.
Μύθος τρίτος: η έναρξη των διαπραγματεύσεων θα απομακρύνει τον κίνδυνο μιας δεύτερης νύχτας των Ιμίων. Επισήμανση :Στη χώρα μας, πολιτικοί και αναλυτές έχουν ποντάρει στο αισιόδοξο σενάριο της εξημέρωσης του θηρίου με το αντάλλαγμα της ημερομηνίας ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Κανένας σοβαρός αναλυτής δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι από τη στιγμή που η Τουρκία μπήκε σε τροχιά ένταξης θα παύσει να διεκδικεί με τον γνωστό σε όλους μας επιθετικό τρόπο. Επίσης, κανένας δεν αποκλείει το ενδεχόμενο σενάριο να είναι η ίδια η Τουρκία που θα θελήσει κάποια στιγμή στο μέλλον να σταματήσει τις διαπραγματεύσεις και να οδηγηθεί σε προνομιακή σχέση. Το πρόβλημα που επισημαίνουμε, ωστόσο, είναι ότι τουλάχιστον για την ώρα δεν έχουμε καμία ένδειξη ότι υπάρχει κάποιο άλλο σενάριο από μέρους της ελληνικής πλευράς πέρα από το υπεραισιόδοξο που θέλει τον αντίπαλο να ξεδοντιάζεται σιγά σιγά.
Εφημερίδα METRO, 05/10/2005

Διαπραγματεύσεις εντός των τειχών. Αριέλ Σαρόν, ο «μπουλντόζας».

Ο Αριέλ Σαρόν γεννήθηκε το 1928 στην υπό βρετανική κατοχή Παλαιστίνη. Εντάχθηκε, έφηβος όντας, σε ομάδες κρούσεις κατά των Παλαιστινίων, στην περιβόητη Χαγκάνα, την εβραϊκή αντίσταση. Η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, το 1948, τον «βρίσκει» στρατιωτικό με πολλά υποσχόμενη καριέρα, αφού ήταν ήδη γνωστός για τη σκληρότητα και τις βίαιες μεθόδους με τις οποίες πολεμούσε. Οι φανατικοί οπαδοί και φίλοι, μάλιστα, συνηθίζουν να τον αποκαλούν ο «μπουλντόζας». Πολύ γρήγορα από Διοικητής της στρατιωτικής σχολή πεζικού αναλαμβάνει τη θέση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου της Βόρειας Διοίκησης το 1964. Διοικητής των στρατευμάτων που εισέβαλαν το 1953 στην Ιορδανία, το 1956 στην κρίση του Σουέζ, αλλά και το 1967 με τον Πόλεμο των Έξι Ημερών και το 1973 με τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ. Να σημειωθεί ότι υπήρξε επικεφαλής ειδικής μονάδας καταδρομών ενάντια σε κάθε προσπάθεια αραβικής διείσδυσης, εντός του Ισραήλ, τη δεκαετία του ̀50, αλλά και εναντίον των Παλαιστινίων ανταρτών, τη δεκαετία του ̀70.
Το 1972 υποβάλλει την παραίτησή του, αλλά επιστρέφει σχεδόν ένα χρόνο αργότερα με το βαθμό του αντιστράτηγου, όταν ξεσπά ο Πόλεμος του Γιομ Κιπουρ. Ήταν τα στρατεύματα του αντιστράτηγου Σαρόν που εξολόθρευσαν την τρίτη αιγυπτιακή στρατιά, καθιστώντας θρυλική τη μορφή του ανάμεσα στους φανατικούς εθνικιστές Ισραηλινούς και όχι μόνο.
Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα «κεφαλοποιεί» την πιο πάνω αναφερθείσα δημοτικότητα εμπλεκόμενος στην πολιτική ως συνιδρυτής του Λικούντ και γίνεται βουλευτής της Κνεσέτ. Παραιτείται το 1974 για να αναλάβει τα καθήκοντα συμβούλου Ασφαλείας παρά τω πρωθυπουργώ Γιτζάκ Ράμπιν. Από το πόστο του ως Υπουργός Γεωργίας, στην κυβέρνηση Λικούντ-Χερούτ με πρωθυπουργό τον Μεναχέμ Μπέγκιν, το 1977, αυξάνει τους εποικισμούς στα κατεχόμενα. Όταν δε αναλαμβάνει τη θέση του Υπουργού Οικισμού, σημειώνεται η εγκατάσταση του μεγαλύτερου αριθμού εποίκων στη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη, από την κατάληψη των εδαφών αυτών και ύστερα. Το 1981 και ως το 1983 αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Υπουργού Άμυνας και με την εισβολή στο Λίβανο πλαγιοκοπεί τους αντάρτες της ΟΑΠ στην περιοχή. Η φρικιαστική σφαγή των περίπου 2.500 Παλαιστινίων αμάχων στα προσφυγικά στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα, που διήρκεσε δυο ημέρες οδηγεί σε επίσημη στρατιωτική έρευνα. Ο Σάρον απαλλάσσεται των καθηκόντων του, αλλά δεν μπαίνει στο περιθώριο. Διατελεί υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου στις κυβερνήσεις Λικούντ-Εργατικών και Σαμίρ. Τη διετία 1990-1992 και λίγο πριν χάσει ο Σαμίρ από τον Ράμπιν, ο Σαρόν αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Υπουργού Οικισμού. Το 1998, υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Νετανιάχου αρνείται να συνομιλήσει, ακόμα και να σφίξει το χέρι του Γιασέρ Αραφάτ, στις συνομιλίες που έλαβαν χώρα στο Μέριλαντ.
Στις 28 Σεπτεμβρίου του 2000 και κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων της ισραηλινής κυβέρνησης με τους Παλαιστινίους, ο Σαρόν αποφασίζει να επισκεφθεί το Όρος του Ναού, στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, περιοχή που θεωρείται από τους Παλαιστινίους δική τους, με αποτέλεσμα να δυναμιτίσει τις διαπραγματεύσεις. Η επίσκεψή του πυροδότησε μεγάλης έκτασης ταραχές και η ειρηνευτική διαδικασία κατέρρευσε πριν καλά καλά αρχίσει.
Μετά την εκλογή του Μαχμούντ Αμπάς και με αφορμή τα 60 χρόνια από το Ολοκαύτωμα ο Αριέλ Σαρόν κούνησε το δάχτυλό του προς όλους τονίζοντας: «Το κράτος του Ισραήλ έμαθε το μάθημα αυτό και, από την ίδρυσή του, προστάτευσε τον εαυτό του και τους πολίτες του και παρέχει ασφάλεια στους απανταχού Εβραίους. Ξέρουμε ότι μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο στον εαυτό μας…Πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι αυτό είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο όπου εμείς, οι Εβραίοι, έχουμε το δικαίωμα και την ισχύ να αμυνθούμε με τη δική μας δύναμη. Αυτό δεν πρόκειται ποτέ να το παραδώσουμε.».

Μαχμούντ Αμπάς, ο «Τυνήσιος».

Ο Μαχμούντ Αμπάς γεννήθηκε το 1935 στην υπό βρετανική τότε κατοχή Παλαιστίνη, στην πόλη Σαφέντ. Με σπουδές νομικών επιστημών στην Αίγυπτο, υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή στη Μόσχα. Ο Μαχμούντ Αμπάς, ευρέως γνωστός ως Αμπού Μάζεν, υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Φατάχ, της πολιτικής πτέρυγας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Συνόδευσε τον Γιασέρ Αραφάτ στην εξορία του στην Ιορδανία, το Λίβανο και την Τυνησία. Όλα δείχνουν ότι δε διαθέτει ιδιαίτερα μεγάλο έρεισμα στη βάση του Παλαιστινιακού λαού, ο οποίος τον συγκαταλέγει ανάμεσα στους λεγόμενους «Τυνήσιους» που ακολουθούσαν τον Αραφάτ στην εξορία και επέστρεψαν στα Κατεχόμενα σχετικά πρόσφατα. Το προφίλ του διαγράφηκε σύντομα ως εκείνο του θεωρητικού. Πολυγραφότατος, μετράει στο βιογραφικό του την έκδοση αρκετών συγγραμμάτων. Υπάρχουν, ωστόσο, κατηγορίες εναντίον του από αρκετούς εβραίους, όσον αφορά όχι μόνο το συγγραφικό του έργο εν γένει, αλλά ακόμα και για τη διδακτορική του διατριβή. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν καταγγελίες ότι στο βιβλίο του « Η Άλλη Πλευρά: η μυστική Σχέση μεταξύ Ναζισμού και του Σιωνισμού», αρνείται το ολοκαύτωμα. Η πιο πρόσφατη διάψευση του Μαχμούντ Αμπάς στις πιο πάνω κατηγορίες είναι αυτή που έκανε τον περασμένο Μάιο, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Χαάρετζ.
Το Μάιο του 2003 αναλαμβάνει καθήκοντα πρωθυπουργού, αλλά σε σύντομο χρονικό διάστημα-μόλις τέσσερις μήνες μετά- υποβάλει την παραίτησή του. Κατά πως φαίνεται δεν ήταν σε θέση να κρατήσει ισορροπία ανάμεσα στα ισραηλινά πυρά, εκείνα της Χαμάς, αλλά και την έλλειψη διάθεσης από μέρους του Αραφάτ να παραδώσει την εξουσία στον Αμπάς.
Στις αρχές του Ιανουαρίου του 2005 κερδίζει τις προεδρικές εκλογές με άνεση και είναι πια ο διάδοχος του Γιασέρ Αραφάτ στην ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή, ο Αμπάς συγκέντρωσε το 62,32% των ψήφων έναντι 19,8% του δεύτερου υποψηφίου, του Μουστάφα Μπαργούτι. Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον τηλεοπτικό σταθμό Αλ Τζαζίρα, η συμμετοχή των Παλαιστινίων στις εκλογές δεν ξεπέρασε το 46%, αφού από τους 1.757.756 Παλαιστινίους που έχουν δικαίωμα ψήφου, προσήλθαν στις κάλπες μόνο 802.077, εκ των οποίων οι 501.448 ψηφίσαν υπέρ του Μαχμούντ Αμπάς. Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή τόνισε με ανακοίνωσή της ότι ο αριθμός όσων Παλαιστινίων είχαν δικαίωμα ψήφου δεν είναι αξιόπιστος, αφού βασίζεται σε ισραηλινούς κατάλογους συνταγμένους το 1996. Στους εκλογικούς καταλόγους που είχε στην κατοχή της η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή, ο αριθμός των εκλογέων ήταν μεγαλύτερος του 1.200.000. Να ληφθεί υπ΄όψιν ότι οι παλαιστινιακές οργανώσεις, Χαμάς και Τζιχάντ, είχαν ζητήσει την αποχή των Παλαιστινίων, γεγονός που σε ορισμένες περιοχές υπήρξε καταλυτικό για το αποτέλεσμα.
Στις 14 Ιανουαρίου ο Μαχμούντ Αμπάς εγκαταστάθηκε στη Μουκάτα και προσέφερε «…αυτή τη νίκη υπέρ της ψυχής του μάρτυρα αδελφού μας Γιάσερ Αραφάτ, αλλά και υπέρ όλων των Παλαιστίνιων».

Σχέδια και προσδοκίες.

Η ανάδειξη του Μαχμούντ Αμπάς στην προεδρία της Παλαιστινιακής Αρχής, ο πυρετός των διαβουλεύσεων, οι συναντήσεις κορυφής μετά το αιματοκύλισμα τεσσάρων χρόνων, δημιουργούν ένα νέο πλαίσιο. Η επίσκεψη της υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Κοντολίζα Ράις, στην περιοχή με δηλώσεις, οι οποίες χαρακτηρίζουν τον Μαχμούντ Αμπάς «πραγματικό πλεονέκτημα για την ειρηνευτική διαδικασία», αλλά και το διάγγελμα του προέδρου των Η.Π.Α που τονίζει ότι είναι δυνατόν να υπάρξει βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος εντός των επόμενων τεσσάρων χρόνων γεννούν προσδοκίες και ελπίδες και στις δυο πλευρές. Θέτουν όμως και όρια και ακόμα περισσότερο θρέφουν και καχυποψία για το αποτέλεσμα αυτού του διπλωματικού πυρετού. Ενδεικτικές είναι και οι δηλώσεις της πρώην υπουργού Εξωτερικών, Μ. Ολμπράιτ, στη διάσκεψη επιχειρηματιών που είχε οργανωθεί στο Κάιρο από το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο. «Ελπίζω ότι η νέα παλαιστινιακή ηγεσία θα καταλαβαίνει τι της προσφέρεται. Ο Αραφάτ απέρριψε την καλύτερη συμφωνία που θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ο κάθε Παλαιστίνιος», τόνισε η κ. Μ. Ολμπράιτ.

Ισραηλινά Σχέδια

Η προτεραιότητα του Ισραηλινού πρωθυπουργού διαφαίνεται ότι είναι η επαναφορά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων του Οδικού Χάρτη. Ωστόσο, Ισραηλινοί αξιωματούχοι, λίγες μόνο ώρες μετά τη συνάντηση στο θέρετρο Σαρμ Ελ Σεΐχ, τόνιζαν ότι οι συνθήκες για μια συζήτηση, αναφορικά με την εφαρμογή του Οδικού Χάρτη, δεν έχουν ακόμα ωριμάσει. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός φαίνεται να ανησυχεί κυρίως για το δημογραφικό, δηλαδή για το ρυθμό ανάπτυξης του παλαιστινιακού πληθυσμού σε περιοχές που το Ισραήλ επιθυμεί να θέσει εντός των συνόρων του. Τα σχέδια του, για αυτό το λόγο, στοχεύουν στην αποκοπή της Ιερουσαλήμ από τη Δυτική Όχθη, στην οριοθέτηση των συνόρων των παλαιστινιακών εδαφών με μονομερή τρόπο, μέσω του τείχους και στο διαχωρισμό Ισραηλινών και Παλαιστινίων στα κατεχόμενα.
Όσον αφορά την επαναφορά του Οδικού Χάρτη στο τραπέζι του διαλόγου, ο Αριέλ Σαρόν μάλλον θα επιδιώξει οι συζητήσεις να φθάσουν έως και το δεύτερο στάδιο από τα τρία που προβλέπονται. Να θυμίσουμε σε αυτό το σημείο τι περιλαμβάνεται στις τρεις φάσεις του Χάρτη. Κατά την πρώτη φάση, προβλέπεται η επανέναρξη του διαλόγου και η δημιουργία πλαισίου αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Η δεύτερη φάση προβλέπει την απομάκρυνση των οικισμών των εποίκων από την περιοχή της Δυτικής Όχθης και τη Λωρίδα της Γάζας, καθώς και την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους με προσωρινά σύνορα. Κατά την τρίτη φάση και κρισιμότερη, προβλέπεται συμφωνία για το τελικό καθεστώς των συνόρων των δυο κρατών.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις Αράβων, αλλά και δυτικών διπλωματών, ο Σαρόν θα καταβάλλει προσπάθειες να σταματήσουν οι διαπραγματεύσεις, εφόσον και εάν αρχίσουν, στη δεύτερη φάση του Οδικού Χάρτη. Δεν επιθυμεί να είναι αυτός που θα διαπραγματευθεί τα τελικά σύνορα της Παλαιστίνης. Η κατασκευή του τείχους, άλλωστε, δεν έχει άλλο σκοπό από το να θέσει τα τελικά σύνορα του παλαιστινιακού κράτους. Η κατασκευή του τείχους στη Δυτική Όχθη εντάσσει μεγάλους οικισμούς εποίκων αλλά και το οδικό δίκτυο υποστήριξης τους επιτυγχάνοντας το διαχωρισμό Ισραηλινών και Παλαιστινίων, αλλά πρωτίστως τη βιωσιμότητα των οικισμών και την εδαφική τους συνέχεια. Ξένοι παρατηρητές στην περιοχή τονίζουν ότι το Ισραήλ έθεσε πρόσφατα αίτημα προς τους διεθνείς δωρητές για χρηματοδότηση του παράλληλου οδικού δικτύου σε όλα τα τμήματα της Δυτικής Όχθης που περικλείονται από το τείχος, με σκοπό τον αποκλεισμό των Παλαιστινίων από περιοχές που βρίσκονται οικισμοί των εποίκων. Δημιουργούνται, εν ολίγοις, δυο κοινότητες Παλαιστινίων και εβραίων εποίκων εντός της Δυτικής Όχθης.

Παλαιστινιακά ζητούμενα

Όλα δείχνουν ότι η πίστωση χρόνου και η περίοδος χάριτος που έχει δοθεί στον νέο πρόεδρο της Παλαιστινιακής αρχής δε θα διαρκέσει για πολύ, καθώς δεν είναι σε θέσει να ελέγξει και να δεσμεύσει τις ισλαμικές οργανώσεις σε όσα ο ίδιος έχει ήδη δεσμευτεί έναντι των Ισραηλινών. Όλα δείχνουν ότι η διεθνής κοινότητα θα στηρίξει τον Μαχμούντ Αμπάς, χωρίς, ωστόσο, αυτή η στήριξη να είναι επαρκής για την επιτυχία των σχεδίων του. Είναι πλέον γνωστό ότι το Ισραήλ και οι Η.Π.Α ζητούν από το Μαχμούντ Αμπάς τον άμεσο τερματισμό της Ιντιφάντα και τον αφοπλισμό όλων των ισλαμικών οργανώσεων. Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει στρατιωτικά τις οργανώσεις αυτές ούτε, βεβαίως, να τις αφοπλίσει, αφού το ποσοστό αποχής της τάξης του 40% μετράται ως δύναμη των οργανώσεων αυτών. Στις ερχόμενες εκλογές οι οργανώσεις αυτές θα συμμετέχουν σε όλες τις περιοχές, γεγονός που δυσκολεύει τη θέση του Αμπάς.
Έως αυτή τη στιγμή οι προτεραιότητες του Μαχμούντ Αμπάς περιορίζονται στην αναδιοργάνωση των παλαιστινιακών υπηρεσιών ασφαλείας σε όλα τα παλαιστινιακά εδάφη, στην πάταξη της διαφθοράς της Παλαιστινιακής Αρχής, στην οικοδόμηση κρατικών δομών, αλλά και στη αναδιοργάνωση των υφισταμένων. Ακόμα, επιθυμεί την κατάργηση των μονοπωλίων και την προώθηση συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων για την οικονομική ανόρθωση της Παλαιστίνης και την εύρεση εργασίας των Παλαιστινίων.
Αναφορικά με τις συμφωνίες των τελικών συνόρων του παλαιστινιακού κράτους και ο Μαχμούντ Αμπάς έχει λόγους να μη βιάζεται να προχωρήσει σε αυτές. Ιδιαίτερα δεν επιθυμεί τη συμφωνία για σχέδιο μακροχρόνιας ενδιάμεσης λύσης με καθορισμό προσωρινών συνόρων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει στον περιορισμό του εθνικού χώρου στο 12% της ιστορικής Παλαιστίνης και στη δημιουργία ενός μορφώματος ουσιαστικά, το οποίο όμως θα ονομαστεί παλαιστινιακό κράτος και θα απαλλάξει το Ισραήλ από την κατηγορία της δύναμης κατοχής. Να σημειωθεί οι η κοινή παλαιστινιακή γνώμη δε φαίνεται να αποδέχεται μια συμφωνία τελικού καθεστώτος, κατά την οποία θα υπάρχουν υποχωρήσεις για την επιστροφή των προσφύγων και δε θα ξεκαθαρίζεται το καθεστώς της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Οι αντιδράσεις των Παλαιστινίων στη συμφωνία της Γενεύης προϊδεάζει για τις αντιδράσεις στις ισραηλινές προτάσεις για τελικό καθεστώς. Η όποια λύση διαγράφεται μακρινή και επώδυνη.
2005

Παρεμβαίνουμε για να αλλάξουμε τα συνδικάτα, να βελτιώσουμε τη ζωή μας.

Τι σημαίνει για τον καθένα, την καθεμία από εμάς που στριμωχνόμαστε μαζί με πολλούς άλλους σε εκείνα τα στατιστικά μεγέθη που θέλουν έως και το 24% από τους νέους της χώρας να αντιμετωπίζουμε την ανεργία; Stage μέσω ΟΑΕΔ, part-time χωρίς ασφάλιση, σύμβαση έργου, σύμβαση ορισμένου χρόνου, λέξεις που ορίζουν τις συνθήκες της εργασίας μας εδώ και καιρό. Και όσοι από εμάς αντιδρούμε και ψελλίζουμε ερωτήματα τι μπορούμε να κάνουμε, τι μπορεί να γίνει απομονωμένοι ο ένας από τον άλλον παλεύουμε μόνοι μας για να γίνει η σύμβαση από ορισμένου σε αόριστου.
Τα πράγματα δεν φαίνεται να είναι εύκολο να αλλάξουν. Η ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού την τελευταία δεκαετία είχε ως απόρροια την αποδυνάμωση των συλλογικοτήτων των εργατών και των εργαζόμενων. Με τη σειρά του, το τελευταίο οδήγησε στην όλο και μειούμενη συμμετοχή των εργαζόμενων στα συνδικάτα με αποτέλεσμα την επιβολή αντεργατικών ρυθμίσεων οδυνηρών για τη συνθήκες ζωής των εργαζομένων. Όσον αφορά τη συμμετοχή στα συνδικάτα του ιδιωτικού τομέα, χωρίς καμία πρόθεση υπερβολής θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για σχεδόν μηδενική συμμετοχή με αποτέλεσμα την παντελή άγνοια των εργασιακών δικαιωμάτων από μέρους των εργαζόμενων και βεβαίως τη διαπραγματευτική δύναμη των συνδικάτων του ιδιωτικού τομέα να είναι ασθενέστατη.
Και όμως οι κατακτήσεις δεν υπήρξαν ποτέ υπόθεση ενός και μόνο. Ήταν το αποτέλεσμα του αγώνα πολλών. Η λύση στα προβλήματα των νέων αλλά και όλων των εργαζομένων δεν μπορεί παρά να είναι η συλλογική προσπάθεια. Για πολλούς από εμάς που μεγαλώσαμε με το νεοφιλελεύθερο πρότυπο της επιβράβευσης του ατομικού, όλα τούτα ακούγονται παλιοκαιρισμένα. Δυστυχώς, γίνονται πολύ «μοντέρνα» κάθε φορά που διεκδικούμε το δικαίωμα μας στην αξιοπρεπή εργασία..
Η σύνδεση των νέων με τα συνδικάτα κρίνεται ολοένα και πιο αναγκαία. Αναγκαία, όμως, κρίνεται και η αλλαγή των συνδικάτων, της λειτουργίας τους και του μπολιάσματος τους με την καινούργια, αγωνιστική ορμή των νέων, εργαζομένων και ανέργων. Η συντεχνιακή αντίληψη, η εξυπηρέτηση προσωπικών φιλοδοξιών αρκετών συνδικαλιστών, η έλλειψη αυτονομίας και ο κυβερνητισμός δεν μπόρεσαν να βοηθήσουν τους εργαζόμενους, δεν θα μπορέσουν ποτέ να βοηθήσουν τους κούριερ και τις γραμματείς σε απογευματινή βάρδια.
Η Αυτόνομη Παρέμβαση, η συνδικαλιστική παράταξη που εκφράζει τον αυτόνομο ριζοσπαστικό και ανανεωτικό χώρο παλεύει ακριβώς για την ανατροπή όλων όσων κατάντησαν το συνδικαλισμό να μην αφορά τους εργαζόμενους, να μην αγωνίζεται για τα δίκαια αιτήματα των εργατών, να αγνοεί τα καινούργια προβλήματα της εργαζόμενης νεολαίας. Συγκροτείται, λοιπόν, η νεολαία της Αυτόνομης Παρέμβασης για να διεκδικήσει την υλοποίηση όσων δικαιούμαστε. Διεκδικούμε 35ωρο-5ημερο-7ωρο, αξιοπρεπείς μισθούς, ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, πλήρη απασχόληση για όλους, δημόσια ασφάλιση. Διεκδικούμε μια κοινωνία όπου θα υπάρχει εργασία για όλους και κυρίως μια κοινωνία όπου η εργασία δεν θα είναι καταπίεση.
Αυγή, 2005

Φωτογραφίες από την Παλαιστίνη

Με μάλωσε προχτές ο Νίκος και χωρίς να το θέλει με ξαλάφρωσε από το μάλωμα το δικό μου που κάνω εδώ και μέρες στον ίδιο μου τον εαυτό. Τόσο διάβασμα, τόσα συνέδρια, τόση αρθρογραφία για το Μεσανατολικό και όταν το μολύβι μου ακούμπαγε το μπλοκάκι των σημειώσεων μουτζούρωνε με ένα τρόπο που απείχε αρκετά από τις συγκροτημένες σημειώσεις μιας πολιτικής αναλύτριας. Και ξανά, όταν επιστρέψαμε, μπροστά στον υπολογιστή πια, τα επίσημα στοιχεία για την ανεργία και τον αναλφαβητισμό δε χώραγαν πουθενά. Κενό σειράς δεν τους άφηναν οι εικόνες από άλλα, από εκείνα που οφείλουν να μην απασχολούν ένα άρθρο έγκυρης πολιτικής ανάλυσης, από τα βουρκωμένα μάτια και από το σφίξιμο των χεριών λίγο πριν ανέβουμε στο ταξί για να περάσουμε τελευταία φορά το check point.
Δεν ξέρω, εάν έχει δίκιο ο Νίκος που αγρίεψε, όταν του είπα ότι βρήκα επαρκή τα ρεπορτάζ για τις Παλαιστινιακές εκλογές και μου αντιγύρισε ότι από τα άλλα χρειαζόμαστε. Γνωρίζω μονάχα ότι ο πόνος και το ξάφνιασμα περισσεύει μετά το ταξίδι στην Παλαιστίνη και δεν αφήνει ιδιαίτερο περιθώριο για ψύχραιμες αναλύσεις. Κοιτάζω τις φωτογραφίες που έστειλε η Mona και η συγκίνηση παίρνει τη θέση της οργής και ξανά το χαμόγελο.
Η Λουκία με τον Πέτρο γράφουν συνθήματα στο τείχος που ήδη απλώνεται χιλιόμετρα πολλά και απειλεί να χωρίσει και άλλες αυλές και άλλες οικογένειες. «Σταματήστε το τείχος της ντροπής» γράφουν τα παιδιά και δίπλα τους περαστικοί Παλαιστίνιοι κοντοστέκονται να τους κοιτάξουν με αμηχανία. Να ήταν το σπρέι αρκετό να γκρεμίσει το τσιμέντο που φτάνει τα 10 μέτρα ύψος. Κρατάω τις σακούλες για να βοηθήσω μια μάνα με τέσσερα παιδιά. Κατεβήκαμε μαζί στο check point και με νοήματα μου δίνει να καταλάβω ότι πρέπει να διασχίσει μια μεγάλη απόσταση με τα πόδια, γιατί το σπίτι της βρίσκεται από την άλλη μεριά του τείχους. Σε ένα άνοιγμα, ίσα να περάσει ένας άνθρωπος, μου ζητάει τις σακούλες, αφήνει το μικρότερο παιδί και πηγαίνοντας το χέρι της προς το μέρος της καρδιάς μου λέει sukran…Ευχαριστώ.
Στην επόμενη φωτογραφία δεν υπάρχουν πρόσωπα, μόνο χαλάσματα. Γκρεμισμένα σπίτια από κάποια επιδρομή. Πάνω τους κρεμασμένα όπως όπως πανώ που καλούν τους Παλαιστινίους, εις την αγγλική, να υψώσουν τη φωνή τους με τη ψήφο τους. Πιο δίπλα διακρίνονται πολυτελείς βίλες. Παραφωνία. Η μάνα με τα τέσσερα παιδιά δε μένει σε καμία από αυτές.
Η Τζίνα, ο Μάκης, η Mona, η Ηλέκτρα σκυμμένοι πάνω από τον τάφο του Αραφάτ. Στεφάνια πολλά και ακόμα περισσότερα μαραίνονται από το γεναριάτικο ήλιο στο διπλανό τοίχο σε απόσταση πάνω από 200 μέτρα. «Αλληλεγγύη στο Παλαιστινιακό Λαό». Υπογραφή GUE-NGL. H Mona με ρωτάει αν έχω συναντήσει τον Έλληνα πρόεδρο. Ξαφνιάζομαι. Δεν περιμένει απάντηση. Βουρκωμένη μου εξηγεί ότι είχε επισκεφτεί πολλές φορές τον Αραφάτ. Είχε φωτογραφηθεί μαζί του. Με τον πατέρα τους, συμπληρώνει.
Μανάρα, κεντρική πλατεία στη Ραμάλα. Η σιδερένια κατασκευή στο κέντρο της ίσα που φαίνεται από τις αφίσες και τα πανώ που έχουν κρεμάσει. Άλλοτε, στα ίδια σίδερα έχουν κρεμαστεί Παλαιστίνιοι που συνεργάσθηκαν με τις ισραηλινές αρχές. Κόσμος πολύς και πιτσιρίκια που δεν πάνε σχολείο για να πουλήσουν τσίχλες και καφέ. Να βοηθήσουν την οικογένεια που έχει μείνει χωρίς πατέρα. Στην άκρη της φωτογραφίας η Γεωργία προσπαθεί να εξηγήσει στον πιτσιρίκο ότι δεν θέλει κι άλλο καφέ. Όποιος από εμάς έκανε το λάθος να προσπαθήσει να δώσει χρήματα, χωρίς να αποδεχτεί το πλαστικό κυπελλάκι με τον καφέ, δέχθηκε το απειλητικό συνοφρύωμα των ματιών. Ο Αλέξανδρος μεταφράζει: «Δε θέλω ελεημοσύνη. Καφέ πουλάω».
Στην πόρτα του εκλογικού τμήματος: απαγορεύονται τα κινητά και τα όπλα…Κάποιος φωνάζει γιουνάν, γιουνάν. Χαμόγελα από παντού. Στο διπλανό σπίτι μας περιμένει η δήμαρχος του χωριού. Η Φετιγιέ είναι η τρίτη γυναίκα δήμαρχος που έχει ποτέ εκλέγει, μοναδική σήμερα. Γαλάζια, χαμογελαστά, γιομάτα προσήνεια μάτια τονίζονται ακόμα περισσότερο από το μπλε μαντήλι της, που ισιώνει αμήχανα όση ώρα μας μιλάει. Στο τέλος, πιάνει δειλά κουβέντα στην Αθήνα για το πόσο δύσκολο είναι να ανακατώνονται οι γυναίκες με την πολιτική.
Πιο δίπλα, με μαύρο κεφαλομάντηλο η Φέιντα που έχει να δει τον άντρα της 2 χρόνια. Δεν πιστεύει, μας εξηγεί, ότι θα τον ξαναδεί. Η Rula μου έστειλε e-mail χτες το βράδυ και μαζί με τις ευχαριστίες της Φειντά για τη συμπαράσταση μου έγραψε και την κακή είδηση. Ο αδελφός της Φειντά πιάστηκε χτες το πρωί, ενώ περίμενε με την αδελφή του σε ένα check point. Άραγε έχει μείνει άλλο αρσενικό στην οικογένεια να βοηθά στο μάζεμα των ελιών, που τους έχουν απομείνει; Οι πιο πολλές είναι κοντά στον καταυλισμό των έποικων. Δεν τις μαζεύουν, γιατί φοβούνται τις σφαίρες. Δυο εβδομάδες πριν είχαν σκοτώσει ένα παιδί που είχε πλησιάσει πολύ κοντά.
Σκοτείνιασε, γυρνάμε πίσω. Στην ουρά των αυτοκίνητων στο check point κι ένα ασθενοφόρο. Οι πόρτες ανοίγουν και κατεβαίνει ένας παππούς υποβασταζόμενος. Στη φωτογραφία χαμογελά μπροστά από τα συρματοπλέγματα που ορίζουν το σημείο ελέγχου. Άμα περάσει τον έλεγχο τον περιμένει ασθενοφόρο από την άλλη μεριά.
Την ίδια ώρα μια παρέα από Ισραηλίτισσες τρίβουν τα χέρια τους να ζεσταθούν από το κρύο. Μας εξηγούν ότι στέκονται σε όσα περισσότερα check point μπορούν χωρισμένες ανά ομάδες. Με αυτό τον τρόπο δείχνουν την αλληλεγγύη τους στον παλαιστινιακό λαό και προσπαθούν να διευκολύνουν την είσοδο και την έξοδο των Παλαιστινίων από τα σημεία ελέγχου. Η Στέλλα χαμογελά μαζί τους στη φωτογραφία.
Να έβαλε με τυχαία σειρά η Mona τις φωτογραφίες; Όπως και να έχει, θέλω τελευταία να είναι τούτη με τις γυναίκες από το Ισραήλ και τη Στέλλα να χαμογελά με την κάρτα του διεθνούς παρατηρητή στο στήθος. Οι θύτες δεν είναι όλοι από τη μια μεριά, ούτε και τα θύματα μετρώνται μονάχα από την άλλη. Οι Παλαιστίνιοι συνεχίζουν τον αγώνα τους με όλα τα μέσα και ένα είναι σίγουρο, δεν τον δίνουν μόνοι τους. Μια νοητή γραμμή περνά από το τείχος των Δακρύων, το τέμενος του Αλ Ακτσα και από ορθόδοξο χριστιανικό μετόχι. Να είναι κοντά η μέρα που Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, όλοι μας θα περπατάμε από τον ένα λατρευτικό χώρο στον άλλο, χωρίς στο διάβα μας να συναντάμε περιπόλους και check point.
Ευχαριστώ, Νίκο.
Αυγή, 2005

Το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP) και η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.

Τα ευμενή σχόλια από μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας που αποκόμισε η Τουρκία για τη στάση της στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό ακολουθεί η απαίτηση να προβεί σε γενναίες συνταγματικές αναθεωρήσεις που θα φέρουν τη χώρα πιο κοντά στη λήψη ημερομηνίας έναρξης για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Η στάση της αντιπολίτευσης, του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού κόμματος του Μπαϊκάλ θα είναι καθοριστική, αφού με την ψήφιση του νέου πακέτου συνταγματικών αλλαγών αφενός θα «στρώσει» το δρόμο για την πολυπόθητη ημερομηνία, αφετέρου θα ανασκευάσει την αρνητική εικόνα που σχηματίστηκε από τη στείρα αντιπολιτευτική του στάση στο Κυπριακό. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του βουλευτή του ΛΡΚ, Ονούρ Ούμεν, οι οποίες ακολούθησαν των δημοψηφισμάτων της 24ης Απριλίου,: «Το σχέδιο Ανάν είναι νεκρό. Κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί στην παρούσα ότι το σχέδιο είναι ζωντανό ή ότι μπορεί να νεκραναστηθεί». Σε δηλώσεις στελεχών του κυβερνώντος κόμματος ότι το σχέδιο Ανάν παραμένει ως βάση διαπραγμάτευσης και η Τουρκία κατήγαγε την πιο σημαντική διπλωματική επιτυχία των τελευταίων 50 χρόνων, ο Ούμεν απάντησε στην τουρκική εθνοσυνέλευση ότι η κατάσταση στην Κύπρο παραμένει τραγική.
Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι στη συνεδρίαση της εθνοσυνέλευσης για τη ψήφιση του πακέτου συνταγματικών μεταρρυθμίσεων που έχει οριστεί για την αυριανή με την τελική ψηφοφορία να λαμβάνει χώρα την Παρασκευή, το ΛΡΚ δε θα σταθεί απέναντι στην κυβέρνηση, παρόλο την επιμονή του να συμπεριληφθεί ο περιορισμός σε ορισμένες περιπτώσεις της βουλευτικής ασυλίας. Το κυβερνών κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης κατέχει 366 βουλευτικές έδρες, εξαιρουμένου του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του Μπουλέντ Αρίντς, ο οποίος στερείται του δικαιώματος ψήφου σύμφωνα με το σύνταγμα. Τα πακέτο των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων πρέπει να λάβει 367 ψήφους, προκειμένου να αποφευχθεί το δημοψήφισμα. Η κυβέρνηση χρειάζεται την ψήφο 175 βουλευτών του ΛΡΚ. Εν τω μεταξύ το κόμμα του Ορθού Δρόμου (DYP), το οποίο έχει τέσσερις βουλευτές αναμένεται να ψηφίσει υπέρ των μεταρρυθμίσεων.Μεταξύ άλλων οι βουλευτές καλούνται να ψηφίσουν την κατάργηση του δικαιώματος του Αρχηγού του Ανώτατου Επιτελείου να ορίζει μέλος του Συμβουλίου Ανώτατης Εκπαίδευσης και την κατάργηση των Δικαστηρίων Κρατικής Ασφάλειας, γεγονός που θα οδηγήσει στην απελευθέρωση τεσσάρων πρώην βουλευτών κουρδικής καταγωγής, του Χ. Ντιτσλέ, του Ο. Ντογάν, του Σ. Σαντάκ και της Λέιλα Ζανά, που είχαν καταδικασθεί το 1994 σε 15ετή κάθειρξη, εξαιτίας της πολιτικής τους δράσης. Οι συνταγματικές αλλαγές προβλέπουν, επίσης, την εναρμόνιση του εσωτερικού δικαίου με διεθνείς συνθήκες. Ακόμα, οι στρατιωτικές δαπάνες, εάν και εφόσον ψηφισθεί το συγκεκριμένο άρθρο του νομοσχεδίου των μεταρρυθμίσεων, θα μπορούν να τίθενται υπό τον έλεγχο Γραφείου Ορκωτών Λογιστών. Μεγάλη συζήτηση διαμείβεται σχετικά με το άρθρο του Συντάγματος, όπου γίνεται λόγος για τα ίσα δικαιώματα ανδρών και γυναικών. Το αρχικό σχέδιο και σε συμφωνία με το Εθνικό Πρόγραμμα προέβλεπε την πρόσθεση στο συγκεκριμένο άρθρο ότι : «Το κράτος είναι υπεύθυνο για τη διασφάλιση και εφαρμογή των ίσων δικαιωμάτων μεταξύ των δυο φυλών», προκειμένου να διασφαλιστεί το «θετικό» δικαίωμα των γυναικών στην ισότητα. Δεν είναι λίγοι, όμως, οι βουλευτές από το κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης που υποστηρίζουν ότι δεν είναι αναγκαία η μεταρρύθμιση του άρθρου και κρίνουν επαρκή την διατύπωση ως έχει ότι, δηλαδή: «Οι άντρες και οι γυναίκες έχουν ίσα δικαιώματα». Αντίθετα, βουλευτές του ΛΡΚ υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να συμπληρωθεί, ώστε με τη μέριμνα αλλά και την ευθύνη του κράτους να καταστεί δυνατή η άρση των διακρίσεων εις βάρος των γυναικών. Ανεξάρτητα με το εάν το ΛΡΚ συναινέσει ή εμμείνει στην πρότασή του για συμπλήρωση του άρθρου-η απορία αυτή, άλλωστε, θα έχει απαντηθεί έως την ερχόμενη Παρασκευή- το σίγουρο είναι ότι και για τους άντρες, αλλά και για τις γυναίκες πολίτες της γείτονος, η πορεία για την ένταξη στους κόλπους της ΕΕ φαίνεται να είναι μακράν και να απαιτεί πολλές αλλαγές ακόμα.
Αυγή, 2004

Επίσκεψη Καραμανλή στις ΗΠΑ.

Οι συναντήσεις των αξιωματούχων κρατών, πολλώ δε μάλλον των πρωθυπουργών-αρχηγών, εκτιμώ ότι είναι σημαντικές, ακόμα και στην περίπτωση όπου η ατζέντα τους δεν προβλέπει την υπογραφή συγκεκριμένων μνημονίων, συμφωνιών αμυντικής συνεργασίας, οικονομικών σχέσεων ή πολιτιστικών ανταλλαγών. Η επιβεβαίωση θετικού κλίματος, η αξιολόγηση των πολιτικών προθέσεων και της αξιοπιστίας των συνομιλητών είναι επαρκής σκοπός για να καταστεί μια συνάντηση-επίσκεψη ιδιαιτέρως σημαντική. Για του λόγου το ασφαλές, η επίσκεψη του κ. Καραμανλή στις Η.Π.Α τις προηγούμενες ημέρες. Οι σχέσεις Ελλάδος-Η.Π.Α έχουν τα τελευταία χρόνια εδραιωθεί αρκετά καλά σε ένα κλίμα θετικής συνεργασίας, όπως συνηθίζεται να λέγεται, εξαιτίας του ρόλου της χώρας μας έναντι της Τουρκίας, της ελληνικής προεδρίας, της συνεργασίας σε θέματα τρομοκρατίας κ.α. Ο κ. Καραμανλής βρέθηκε στις Η.Π.Α έχοντας στις αποσκευές του έναν θετικό απολογισμό έργου της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής το τελευταίο δίμηνο με πιο σημαντικό την επίσκεψη του κ. Ερντογάν στη Θράκη. Και παρόλο που τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων της 24ης Απριλίου δεν ήταν ικανοποιητικά για την Ουάσιγκτον, οι χειρισμοί της Αθήνας δεν άφησαν ιδιαίτερα μεγάλα περιθώρια για να ασκηθεί εναντίον της κριτική. Επίσης, η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε με την αμερικανική ηγεμονία να αμφισβητείται εξαιτίας όσων λαμβάνουν χώρα στο Ιράκ και την Παλαιστίνη και παραμονή των προεδρικών εκλογών. Ένας επιπλέον λόγος για να αντιμετωπιστεί θετικά ο Έλληνας πρωθυπουργός και ουσιαστικά η ψήφος της ομογένειας. Επρόκειτο λοιπόν, για μια συνάντηση επικύρωσης του πολύ καλού επιπέδου των διμερών σχέσεων που εξασφαλίστηκε με δηλώσεις αξιωματούχων του Πενταγώνου για ασφαλή διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων. Βεβαίως, τα δύσκολα έπονται, αφού η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να προωθήσει ιδιαίτερα τη λύση του Κυπριακού. Εν αναμονή της έκθεσης του γ.γ του ΟΗΕ και με το Εθνικό Συμβούλιο της Κύπρου να μην καταλήγει πριν το φθινόπωρο, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών κ. Χρήστου, οι προσπάθειες της Αθήνας περιορίζονται στο να αποφευχθεί η αναγνώριση της τουρκοκυπριακής κοινότητας ως ανεξάρτητου κράτους και να μην σταθεί το Κυπριακό εμπόδιο για να πάρει η Τουρκία το Δεκέμβριο ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ.
Ελευθεροτυπία, 2004

Σεπτέμβριος 2001-Σεπτέμβριος 2004. Τρία χρόνια μετά ο Bin Laden «ψηφίζει» Bush.

Την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και τοπική ώρα 08.45, το αεροπλάνο της American Airlines με προορισμό το Λος Άντζελες και 92 επιβαίνοντες προσκρούει στον βορινό ουρανοξύστη του World Trade Center, στη Νέα Υόρκη. Ώρα 09.03 αεροσκάφος της United με 64 επιβάτες και με προορισμό το Λος Άντζελες προσκρούει στο νότιο ουρανοξύστη του World Trade Center. Ώρα 10.05 καταρρέει ο βορινός ουρανοξύστης, ώρα 10.30 καταρρέει και ο νότιος καταπλακώνοντας εκατοντάδες πολίτες, αλλά και πυροσβέστες, διασώστες και αστυνομικούς που είχαν σπεύσει στο σημείο. Με ελάχιστη διαφορά χρόνου επλήγησαν το Πεντάγωνο και η Πενσυλβάνια. Ο αριθμός των νεκρών-γνωρίζουμε σήμερα – ανέρχεται στους 2.995.
Στην αυγή του 21ου αιώνα ο μήνας Σεπτέμβριος απέκτησε μια θλιβερή επέτειο και ένας νέος πόλεμος, εκείνος κατά της τρομοκρατίας, κατά «του άξονα του κακού» κηρύχθηκε από την επομένη της Τρίτης του Σεπτεμβρίου 2001. Φέτος, όπως άλλωστε και τις προηγούμενες χρονιές, τρία ολόκληρα χρόνια μετά, η Αμερική τίμησε τα θύματα με τελετές, με λειτουργίες, με ενός λεπτού σιγή, με ακτίνες λέιζερ στο σχήμα των Διδύμων Πύργων που φώτισαν τον ουρανό το βράδυ του Σαββάτου, αλλά και με μπισκότα- παγωτά, μαξιλάρια με κεντημένα πατριωτικά αποφθέγματα, σνακ με την επωνυμία «ένας Πύργος για να γιορτασθεί η Αμερική», ηλεκτρονικές και συμβατικές ευχετήριες κάρτες και τέλος, με ειδικές προσφορές στο διαδίκτυο, όπου τα Πατριωτικά Τριαντάφυλλα στοίχιζαν μόνο 29,99 $.
Τρία χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, τρία χρόνια μετά την κήρυξη του πολέμου κατά του κακού και ο κόσμος αναντίρρητα δεν είναι πια ο ίδιος. Ακόμα είναι νωρίς για να απαριθμήσει κάποιος με ακρίβεια τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η μέρα σε μεγάλο βάθος χρόνου, είναι ωστόσο επαρκή για να γίνει λόγος για τις συνέπειες αυτής της ημερομηνίας, όπως καταγράφηκαν αυτά τα τελευταία τρία χρόνια. Μια φράση θα μπορούσε να είναι αρκετή: ο τρόμος εξαπλώθηκε σε ολόκληρο τον πλανήτη, αποκρουστικό ημερολόγιο ακολουθεί.
Ιούνιος 2002, Πακιστάν, εννέα νεκροί και τουλάχιστον 45 τραυματίες.
Οκτώβριος 2002, Μπαλί, 202 νεκροί και εκατοντάδες τραυματίες.
Οκτώβριος 2002, Μόσχα, 115 νεκροί.
Νοέμβριος 2002, Κένυα, οκτώ νεκροί.
Μάιος 2003, Σναμένσκογιε, 30 νεκροί, περισσότερο από 100 τραυματίες.
Μάιος 2003, Μαρόκο, 40 νεκροί.
Ιούλιος, Μόσχα, 14 νεκροί.
Αύγουστος 2003, Τζακάρτα, 40 νεκροί και περισσότερο από 100 τραυματίες. Αύγουστος 2003, Ινδία, 44 νεκροί και περισσότερο από 150 τραυματίες. Νοέμβριος 2003, Ριάντ, 17 νεκροί και περισσότερο από 120 τραυματίες. Νοέμβριος 2003, Κωνσταντινούπολη, 23 νεκροί και 100 τραυματίες. Νοέμβριος 2003, Κωνσταντινούπολη, 25 νεκροί και 390 τραυματίες.
Μάρτιος 2004, Μαδρίτη, 180 νεκροί και 1.240 τραυματίες.
Απρίλιος 2004, Ριάντ, 4 νεκροί και 148 τραυματίες.
Μάιος 2004, Γκρόσνι, 10 νεκροί.
Αύγουστος 2004, Ρωσία, 90 νεκροί από πτώση δυο αεροσκαφών.
Σεπτέμβριος 2004, Μπισλάμ, 326 νεκροί, 727 τραυματίες.
Σεπτέμβριος 2004, Τζακάρτα, οκτώ νεκροί.

Στο πιο πάνω ημερολόγιο προστίθενται κάθε μήνα ανελλιπώς επιθέσεις καμικάζι Παλαιστινίων εναντίον αμάχων Ισραηλιτών και επιθέσεις αντιποίνων από μέρους του Ισραήλ σε αμάχους Παλαιστίνιους. Ακόμα, στο πλαίσιο της εκστρατείας κατά του κακού, κατά της τρομοκρατίας, διεξάγονται δυο πόλεμοι, εκείνος στο Αφγανιστάν και ο άλλος στο Ιράκ. Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν είχε σκοπό την απελευθέρωση της χώρας από τους Ταλιμπάν, τον εντοπισμό και τη σύλληψη των υπευθύνων για τα τραγικά γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου. Ο πόλεμος στο Ιράκ είχε σκοπό την απελευθέρωση του Ιράκ από την καταπιεστική διακυβέρνηση του Σαντάμ, καθώς και να αποσοβηθεί ο κίνδυνος χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής από το δικτατορικό καθεστώς του Ιράκ.
Και ενώ, ο Μπους διακήρυττε στο συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων ότι: «η κυβέρνηση του ελεύθερου Αφγανιστάν παλεύει ενάντια στην τρομοκρατία, το Πακιστάν συλλαμβάνει ηγετικές μορφές του διεθνούς δικτύου ισλαμικής τρομοκρατίας, η Σαουδική Αραβία προβαίνει και αυτή με τη σειρά της σε συλλήψεις, η Λιβύη καταστρέφει οπλικά συστήματα και ο στρατός του απελευθερωμένου Ιράκ παλεύει και αυτός ενάντια στην τρομοκρατία…», ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, ο υπαρχηγός του Αιμάν Αλ Ζαχρούι και ο ηγέτης των Ταλιμπάν Μουλά Ομάρ είναι ελεύθεροι.
Όσο για την ελευθερία στο Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν έχουν «επιστρέψει» κρατώντας υπό τον έλεγχό τους μεγάλο τμήμα του νότιου και νοτιοανατολικού τμήματος της χώρας, στο υπόλοιπο κάνουν κουμάντο άλλοι πολέμαρχοι. Και στις προεδρικές εκλογές που θα λάβουν χώρα στις 9 Οκτωβρίου στο Αφγανιστάν ο Χαμίντ Καρζάι ουσιαστικά αγωνίζεται να εκλεγεί δήμαρχος της Καμπούλ. Αθροίζονται οι απειλές από μέρους των Ταλιμπάν ότι δεν θα αφήσουν να διεξαχθούν αναίμακτα οι εκλογές. Στο Πακιστάν από την άλλη, ο πρόεδρος Μουσάραφ επιβιώνει αρκετών δολοφονικών αποπειρών, αφού για μεγάλο κομμάτι του Πακιστανικού πληθυσμού είναι δικτάτορας τελών υπό ξένες διαταγές. Σχετική είναι και η ελευθερία στο Ιράκ, στο «νέο μέτωπο του πόλεμου κατά της τρομοκρατίας», όπου περισσότερο από 1000 Αμερικανοί στρατιώτες έχουν χάσει τη ζωή τους, περισσότερο από 7000 είναι οι τραυματίες και πάνω από 15.000 Ιρακινοί άμαχοι είναι νεκροί. Στο Ιράκ και μετά την απελευθερωτική επέμβαση των Αμερικανών, οι πιο δημοφιλείς φιγούρες είναι ο ηγέτης των Σιϊτών Αγιατολάχ Αλί Αλ-Σιστάνι και ο στρατιωτικός ηγέτης των Σιϊτών Αλ Σαντρ που απαιτούν τον τερματισμό της αμερικανικής κατοχής του Ιράκ. Ο πρόεδρος Αλάουι, όπως και ο Αφγανός Καρζάι με δυσκολία έχει τον έλεγχο της πόλης, στην οποία διαμένει και την αποδοχή των συμπατριωτών του.
Τα τελευταία τρία χρόνια ο πόλεμος που έχει εξαπολυθεί κατά της τρομοκρατίας, δεν έχει κατορθώσει να εξαλείψει-εάν δεν είναι μια των κυριοτέρων αιτίων που την επιτείνουν- τη διεθνή ανισορροπία και μια πρωτόγνωρη παγκόσμια κρίση. Πρώτα και κύρια, παρουσιάζεται το φαινόμενο, η έννοια της τρομοκρατίας να έχει αποκτήσει ένα σημαινόμενο, ένα περιεχόμενο πρωτογενές, απαλλαγμένο από σχέσεις αιτίας που το προκαλούν. Ενώ πόλεμοι και βομβιστικές επιθέσεις με αποτέλεσμα τον αφανισμό αθώων πολιτών, μεγάλη οικονομική αταξία, αναζωπύρωση των εθνικών και θρησκευτικών φονταμενταλισμών συνθέτουν αυτό που περιγράφεται με τον ιδιαίτερα ουδέτερο όρο διεθνές σκηνικό. Περαιτέρω, η κατάργηση του ρυθμιστικού ρόλου του διεθνούς δικαίου και της θεμελιώδους αρχής των Ηνωμένων Εθνών για «μη επίθεση και χρήση βίας» με τον περιβόητο «προληπτικό πόλεμο», η διασάλευση των ευρω-ατλαντικών σχέσεων, τα τεράστια κόστη για «ασφάλεια» και η περιστολή των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για το άμεσο μέλλον των ευνομούμενων και μη κοινωνιών. Η δαιμονοποίηση, βεβαίως της Δύσης ως ιμπεριαλιστική και ανήθικη για τα μάτια του μουσουλμανικού κόσμου και αντίστοιχα η δαιμονοποίηση του Ισλάμ ως θρησκεία μισαλλόδοξη και αναχρονιστική για το δυτικό κόσμο δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Ισχυριζόμαστε ότι και εάν ακόμα αύριο κιόλας, επιλύονταν τα πιο πάνω προβλήματα, θα χρειαζόταν πολλές δεκαετίες για να εξαλειφθεί η καχυποψία και να ανακτηθεί ο σεβασμός στη διαφορετικότητα, στο αλλότριο. Ο πλανήτης χωρίστηκε στα δυο ανάμεσα στους άπιστους Δυτικούς και στους βαρβάρους μελαψούς ισλαμιστές, όπως άλλοτε είχε χωριστεί στους κακούς καπιταλίστες και στους αιμοδιψείς κομμουνιστές.
Και αν η αισιοδοξία ή η απαισιοδοξία οποιουδήποτε καταγίνεται με το να κατανοήσει τι πραγματικά συμβαίνει σήμερα στον πλανήτη είναι συζητήσιμη, αυτό που ελάχιστα τίθεται σε αμφισβήτηση είναι ότι ο μεγάλος κερδισμένος από αυτόν τον πόλεμο κατά του κακού είναι ο Μπιν Λάντεν και η Αλ Κάιντα. Θα μπορούσε να γίνει λόγος για μια παγκοσμιοποίηση των τυφλών τρομοκρατικών χτυπημάτων, για μια παγκοσμιοποίηση του ισλαμικού ριζοσπαστισμού και της ιδεολογίας της Αλ Κάιντα. Δυστυχώς, όσοι μάχονται, όσοι μαχόμαστε ενάντια στην νεοφιλελεύθερη, καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι η μόνη παγκοσμιοποιημένη αντίδραση στην τελευταία έρχεται από τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα ισλαμικών ριζοσπαστών. Είναι δύσκολο να πεισθούμε ότι ο Μπιν Λάντεν είναι σε θέση να οργανώσει και να εκτελέσει με χειρουργική ακρίβεια όλες αυτές τις τρομοκρατικές ενέργειες, που έλαβαν χώρα από τη Ν. Υόρκη έως την Τζακάρτα, και από το Μαρόκο έως τη Μπισλάμ. Το χειρότερο έχει ήδη συντελεστεί. Η Αλ Κάιντα «εμπνέει».
Για όσο διάστημα η Ρωσία δεν ξεκαθαρίζει τη στάση της στο γεωστρατηγικό παζλ του Καυκάσου, ο ρόλος είτε των πολιτικών, είτε και των παραδοσιακών μαχητών- αυτονομιστών θα περιορίζεται ολοένα και περισσότερο και το παιχνίδι θα έρχεται στα χέρια των ριζοσπαστών τρομοκρατών. Για όσο διάστημα οι ΗΠΑ δεν αποφασίζουν να ασκήσουν ουσιαστική πίεση στο Ισραήλ, ώστε να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να επιτευχθεί βιώσιμη λύση του Παλαιστινιακού ο Μπιν Λάντεν θα παραμένει για την πλειοψηφία του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου ως ο μοναδικός μοχλός άσκησης πίεσης ενάντια στην ηγεμονία των ΗΠΑ. Και βεβαίως οι αραβικές κυβερνήσεις θα έχουν ένα γενναίο άλλοθι για να μην προβούν στις αναγκαίες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις μεταστρέφοντας τη δυσαρέσκεια του κόσμου σε μίσος ενάντια στις ΗΠΑ.
Είναι πολιτικά ανέξοδο αλλά ιδιαίτερα εύκολο για τον πρόεδρο Μπους να επιρρίπτονται στον Μπιν Λάντεν οι ευθύνες για την αδιέξοδη κατάσταση στο Ιράκ. Το ίδιο άλλωστε, πράττει ο Σάρον σε σχέση με το Παλαιστινιακό, και τελευταία, ο Πούτιν με το ζήτημα της Τσετσενίας. Πέρα από εμάς κάθε προσπάθεια συμψηφισμού ή συγκριτικής αντιπαράθεσης των διαφόρων μακελειών, είτε αυτά προέρχονται από έννομες πλειοψηφίες, είτε από μειοψηφίες τρομοκρατών. Ωστόσο, αυτό το πολιτικώς εύκολο είναι και ιδιαίτερα επικίνδυνο και οδηγεί, όπως γίνεται αντιληπτό και από τα πιο πάνω, στην ηρωοποίηση του Λάντεν στα μάτια ολόκληρου του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου. Ακόμα και οι πιο μετριοπαθείς φωνές έχουν αρχίσει να ψελλίζουν ότι «καταδικαστέα τα όσα πράττονται υπό τις εντολές ή όχι της Αλ Κάιντα, αλλά μήπως υπάρχει και τίποτε άλλο απέναντι στην αναλγησία των ΗΠΑ;». Κερδισμένος λοιπόν ο παράλογος, θεοκρατικός, ο έμπλεων μεταφυσικής λόγος του Μπιν Λάντεν. Μονόλογος παράλληλος ενός άλλου μεταφυσικού, αποκαλυπτικού μονόλογου, εκείνου του Ντικ Τσένευ. «Είναι απολύτως σημαντικό ότι σε 8 εβδομάδες από σήμερα», τόνιζε τις προάλλες ο Τσένευ, «στις 2 Νοεμβρίου, θα κάνουμε τη σωστή επιλογή, γιατί αν κάνουμε τη λάθος, τότε ο κίνδυνος είναι ότι θα χτυπηθούμε πάλι». Η σκέψη του Τσένευ, λοιπόν, είναι ότι εάν οι Αμερικανοί πολίτες ψηφίσουν Μπους, η Αλ Κάιντα δε θα χτυπήσει. Εάν ψηφίσουν Κέρυ, η Αλ Κάιντα θα πλήξει τους Αμερικάνους για δεύτερη φορά. Εν ολίγοις, ο Κέρυ ως πρόεδρος θέτει τις ΗΠΑ σε κίνδυνο. Το θέμα είναι ότι ο Μπιν Λάντεν μάλλον «ψηφίζει» Μπους.
Περιοδικό ΕΝΕΔΡΑ, 2004

Ο τρόμος των «μεταγραφών».

Η έκπληξη διαδέχθηκε την αμηχανία, την τελευταία τη διαδέχθηκε η καταγγελία και η αποστροφή για αυτό το απίστευτο πηγαινέλα ορκισμένων εχθρών σε αντίπαλο στρατόπεδο. Ο κ. Μάνος και ο κ. Ανδριανόπουλος στο ΠΑΣΟΚ-αρκεί να εκλείψει το Σοσιαλιστικό-. Ο κ. Παπαθεμελής, όπως και ο κ. Αβραμόπουλος έκριναν ότι όσα ευαγγελιζόταν τα κόμματά τους περί αναγέννησης μιας κοινωνίας πολιτών τελικά εξυπηρετούνται καλύτερα από το πρόγραμμα της ΝΔ. Στη ΝΔ και οι υιοί Κουλουμπή και Κεδίκογλου, αλλά και ο κ. Πέτσος. Οι δικοί μας Μαρία, Πάνος, Πέτρος, Μιμής στο ΠΑΣΟΚ-στη μεγάλη δημοκρατική παράταξη, τελοσπάντων-. Την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές αναμένεται η απόφαση του κ. Σαμαρά για το αν θα συνεργασθεί ή όχι με την πανελλήνια παράταξη του κ. Γ. Παπανδρέου (για χάρη του κ. Ανδριανόπουλου δεν αναφέρω το επίθετο σοσιαλιστική).
Την προσωπική μου αμηχανία, πάντως, δεν την ακολούθησε η απαξία των πολιτικών προσώπων που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Περισσότερο έχω τρομάξει με εμάς τους ίδιους, με όλες τις Ελληνίδες και τους Έλληνες πολίτες. Και δεν αισθάνομαι έπ’ ουδενί ότι έχω την πολυτέλεια, πια, να περιοριστώ σε καταγγελίες περί εξαργύρωσης και εξυπηρέτησης προσωπικών φιλοδοξιών. Φοβάμαι, όμως, και τρομάζω γιατί όλοι εμείς που καταγγέλλουμε με ευκολία άλλους λαούς για την ηλιθιότητά τους, για τον τρόπο που εκλέγουν τους ταγούς του, όλοι εμείς που δεν ανεχόμαστε τον κ. Μπάγιεβιτς πίσω στην ΑΕΚ, μετά την «προδοσία» του να αναλάβει στον πάγκο των ερυθρολεύκων εχθρών, τηρούμε σιγή ιχθύος και στάση χειροκροτητών για τα όσα ίδια συμβαίνουν τις τελευταίες ημέρες στο προεκλογικό σκηνικό. Παρακολουθούμε τα ΜΜΕ να αντιμετωπίζουν τις κινήσεις αυτές απλά ως κινήσεις στρατηγικές, κινήσεις σκακιστή που προχωρά για τη νίκη και η συζήτηση περί ηθικής, πολιτικής, θέσεων και αρχών να αντικαθίσταται από εκφράσεις τύπου «κίνηση ματ». Καμία αντίδρασή μας για όσους και όσες περιμέναμε να πάρουν τη θέση των «λαμπερών», των «λαμπρών», των «νέων» προσώπων και τελικά πρόκειται για πρόσωπα που είναι στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό τα τελευταία 30 χρόνια με θέσεις πάγιες και όχι τόσο νέες.
Ο εκφυλισμός της πολιτικής και επομένως ο ευτελισμός της ίδιας μας της ζωής δεν είναι θέμα ενός κόμματος και μιας ηγετικής ομάδας, δεν ευθύνεται μόνο ένα συνέδριο για την καταστρατήγηση δημοκρατικών διαδικασιών. Ο ευτελισμός των τελευταίων και η απαξίωση της πολιτικής είναι πρωτίστως θέμα δικό μας, του λαού ( πόσο έχει ταλαιπωρηθεί αυτή η λέξη και ο ίδιος ο λαός με τόσες επικλήσεις). Οφείλουμε να παλέψουμε για την ευρύτερη και ουσιαστικότερη συμμετοχή μας στην πολιτική, να παλέψουμε για την ίδια τη ζωή μας και τούτο δεν θα γίνει αν περιοριστούμε σε SMS και e-mails, στην απόκτηση της ιδιότητας του «φίλου» για μια μέρα, αν παρακολουθούμε αδιάφορα μεταγραφές που δε θα ανεχόμασταν για την ομάδα μας.
Ναυτεμπορική, 2004

Πρωινές σκέψεις

Οκτώ το πρωί. Ελληνικός σκέτος καφές, πρώτη ρουφηξιά από τσιγάρο και το μάτι σταματά στο ημερολόγιο τοίχου. Έχει μείνει στις 20 Ιουλίου, ημέρα αναχώρησης για τη Μήλο. Βαρύς αναστεναγμός για το ότι πρέπει να σηκωθώ να ξεκολλήσω όλα εκείνα τα μικρά χαρτάκια που με χωρίζουν από τη ζεστή άμμο του Τσιγκράδο και τα βράχια του Σαρακήνικου. Τι μέρα είναι σήμερα; Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου. Κρυώνει η ψυχή μου. Πόσο διαφορετικό το κόκκινο από τις γλώσσες της φωτιάς στους πύργους της Ν. Υόρκης, τα κοκκινισμένα μάτια της μάνας που μοιρολογούσε το αγγελούδι της στο Μπίσλαμ λίγες μέρες πριν, από το κόκκινο του ουρανού που με καλωσόριζε το σούρουπο στη Μήλο; Να ξημερώσει, Θεέ μου Κυριακή, να μη θυμάμαι θλιβερές επετείους, να μην τριβελίζουν το μυαλό μου έννοιες σαν αυτές της ασφάλειας και της τρομοκρατίας, αδίστακτα ακυρωτικές για πράγματα και νοήματα άλλοτε αυτονόητα.
Το πρόταγμα της «ασφάλειας», μιας «ασφάλειας» γενικής και περιέχουσας ως λέξη τα πάντα και το τίποτα, που μετέτρεψε τις διαδηλώσεις των μητροπολιτικών νεολαιών σε επικίνδυνες συναθροίσεις, που διαστρέβλωσε τους αγώνες αγέρωχων λαών για την ελευθερία τους σε αποκρουστικές τρομοκρατικές πράξεις, που μετέτρεψε το αυτονόητο των διεκδικήσεων μας σε ύποπτο και περιθωριακό. Εκείνη η περίφημη «ασφάλεια» που δειλά και αποσπασματικά στην αρχή, επίμονα και συστηματικά στη συνέχεια, μας έπεισε ότι τα καραβάνια με τα ξυπόλητα ορφανά και τους πρόσφυγες από βομβαρδισμένους τόπους είναι απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια των χωρών μας, που βομβάρδιζαν τα μέρη τους. Μια «ασφάλεια» που μας καλεί να απολογηθούμε κάθε φορά που αντιδρούμε σε απαράδεκτα άλλων, όχι πολύ μακρινών περιόδων, όπως η γενικευμένη και νομιμοποιημένη ηλεκτρονική παρακολούθηση. Μια έννοια «ασφάλειας» στο όνομα της οποίας διεθνείς συμβάσεις παραβιάζονται απνευστί και ας πήρε αιώνες να υπογραφούν. Μια «ασφάλεια» νέας εποχής, που ορίζει την απειλή με συγκεκριμένο χρώμα, θρήσκευμα και καταγωγή. Μια «ασφάλεια» που ποινικοποιεί τη διαφορετικότητα και ενοχοποιεί την ανεκτικότητα προς το αλλότριο. Μια «ασφάλεια», η οποία απέκτησε θλιβερή επέτειο, 11 Σεπτεμβρίου 2001 και δικαίωσε τα άνομα που θεσπίστηκαν από έννομες πλειοψηφίες και κυβερνήσεις. Μια θλιβερή 11η Σεπτεμβρίου που ήρθε να απαλείψει μια άλλη 11η Σεπτεμβρίου, εκείνη που σώριαζε θανάσιμα αιμόφυρτο στα σκαλιά του προεδρικού μεγάρου τον Αλιέντε.
Ραδιοφωνική εκπομπή Χ. Μιχαηλίδη, ΔΙΕΣΗ 101,3

Βιβλιοκριτική: "Μπάιρον εναντίον Έλγιν. εκδ. Ταξιδευτής, Αθήνα, 2004"

Για το Λόρδο Byron κατά τη διάρκεια των εκατόν ογδόντα χρόνων από το θάνατό του και των διακοσίων δεκαέξι από τη γέννησή του έχουν ειπωθεί πάρα πολλά ανά τον κόσμο. Η ζωή του και το έργο του ενέπνευσε ποιητές, λογοτέχνες, σκηνοθέτες και ερευνήθηκε διεξοδικά σε διδακτορικά και μελέτες που οδήγησαν σε μια τεράστια εργογραφία. Επομένως, «ο ρομαντικός ποιητής», «ο ενσαρκωτής της ελευθερίας», «ο καρμπονάρος», «ο κακός και επικίνδυνος εραστής», αλλά «άνθρωπος με ήθος», «το φωτισμένο μυαλό με τη θυελλώδη αμφιλεγόμενη προσωπικότητα», «ο πολύ καλός πολιτικός και διπλωμάτης»-χαρακτηρισμοί που τους συναντάμε στα κείμενα της συγκεκριμένης εκδοτικής προσπάθειας- θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι δεν χρειαζόταν άλλο ένα βιβλίο. Η αξία όμως αυτής της εκδοτικής προσπάθειας του Πάνου Τριγάζη έγκειται στο γεγονός ότι στην Ελλάδα μιλάμε και γράφουμε συχνά για τον φιλελληνισμό του Λόρδου Byron και ελάχιστα για τον ποιητή, το «εύρος του πνεύματός του και τη δύναμη της διανόησής του», για την οποία γίνεται λόγος από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, στον πρόλογο του Ζυλ Ντασέν.
Πολύ εύστοχα ο Πάνος εφιστά την προσοχή μας στο γεγονός ότι όλοι μας γνωρίζουμε το Λόρδο Byron στις εθνικές μας εορτές από το δημοτικό και ορθότατα αφήνει να εννοηθεί ότι η γνωριμία μας με αυτήν την ιστορική προσωπικότητα περιορίζεται σε αυτό. Πύρινοι λόγοι έμπλεοι πατριωτισμού από δάσκαλους, σκιαγραφούν μια καρικατούρα του Λόρδου Byron, που είναι άξιος μνείας μονάχα γιατί έδωσε τη ζωή του για τον εθνικοαπελευθερωτικό μας αγώνα και στην καλύτερη περίπτωση να προστεθούν σε αυτήν την καρικατούρα πιπεράτες λεπτομέρειες για την προσωπική του ζωή.
Τι θα έλεγαν όλοι αυτοί οι φωτισμένοι μας δάσκαλοι που περιορίζοντας τις αναφορές τους στους αγώνες του Μπάιρον για την ανεξαρτησία μας, περιόρισαν ουσιαστικά και μας απέτρεψαν και αποτρέπουν και τα σημερινά παιδιά από την γνωριμία με τον ποιητικό φιλελεύθερο λόγο μιας μεγάλης μορφής, αν διάβαζαν όσα ακολουθούν σταχυολογημένα από επιστολές του Μπάιρον;
«Οι Έλληνες», γράφει ο Μπάιρον, «ποτέ δε θα γίνουν ανεξάρτητοι: ποτέ δε θα αποκτήσουν εθνική κυριαρχία, και Θεός φυλάξοι αν ποτέ το πετύχουν! Όμως μπορεί να είναι υπήκοοι ενός κράτους χωρίς να είναι σκλάβοι. Οι δικές μας αποικίες δεν είναι ανεξάρτητες, είναι όμως ελεύθερες και παράγουν έργο, και το ίδιο θα μπορούσε να γίνει με την Ελλάδα στο μέλλον.»[1]. «Μου αρέσουν οι Έλληνες», αναφέρει σε άλλη επιστολή, «που είναι όλο γαλιφιές και κατεργαριές, με όλα τα τουρκικά ελαττώματα, αλλά χωρίς το θάρρος των Τούρκων. —Ωστόσο, μερικοί είναι γενναίοι…»[2]. Και αλλού πάλι αγωνιά: «Η αντιπολίτευση λέει ότι θέλουν να με τουμπάρουν και το κόμμα που είναι στην εξουσία λέει ότι οι άλλοι θέλουν να με ξεμυαλίσουν, είναι λοιπόν δύσκολη η θέση μου ανάμεσα στις δυο πλευρές,…αν αυτοί οι κύριοι έχουν πράγματι κάποιο αθέμιτο συμφέρον και ανακαλύψουν το αδύνατο σημείο μου δηλαδή μια τάση να άγομαι και να φέρομαι και ρίξουν δίπλα μου μια ωραία γυναίκα με ταλέντο στις πολιτικές ή όποιες άλλες μηχανορραφίες-θα κατάφερναν να με κοροϊδέψουν, κάτι που πιθανώς δεν είναι δύσκολο ακόμα και χωρίς τέτοια μέσα.»[3].
Όσα προηγούνται δεν αποσκοπούν στην αμφισβήτηση του φιλελληνισμού του Μπάιρον, αλλά καταδεικνύουν ότι η συστράτευσή του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων δεν υπήρξε απόρροια ενός μεταφυσικού ρομαντισμού, ούτε μιας ουσιοκρατικής πρόσληψης του Ελληνικού έθνους, των Ελλήνων. Δεν τον τύφλωνε καμία ρομαντική διάθεση, ούτε έψαχνε την ευδαιμονία της Αρκαδίας, των Κυθήρων. Ήταν εις γνώση του η χαώδης πολιτική κατάσταση, οι διχόνοιες και ο αλληλοσπαραγμός των Ελλήνων. Ο Μπάιρον, όμως, στάθηκε στον αγώνα των Ελλήνων, όπως και στην αποτυχημένη ιταλική επανάσταση ενάντια στον αυστριακό ζυγό, εξήρε τις προσπάθειες των Ισπανών αγωνιστών να αποτινάξουν το ζυγό της σκλαβιάς στο ποίημα Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ, γιατί πάλευε πρώτα και κύρια για τις έννοιες της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης. Ο Μπάιρον είτε ως πολιτικός, είτε ως ποιητής αγωνιζόταν και αγωνιούσε για τα ήδη ταλαιπωρημένα και φθαρμένα στην εποχή του γεννήματα της Δυτικής Ευρώπης, για τα λαβωμένα σημαινόμενα της ατομικής ελευθερίας, αλλά και της εθνικής κυριαρχίας, της πολιτικής ελευθερίας, της ελευθερίας της συνείδησης. Ο Μπάιρον, τα προτάγματά του, οι αγώνες του και οι αγωνίες του είναι, αλίμονο, επίκαιρες και σήμερα.
Επέλεξε στην εποχή του ο Μπάιρον το παράδειγμα της κατάστασης των Ελλήνων για να χλευάσει την υποκρισία των τότε κραταιών ευρωπαϊκών δυνάμεων που είχαν συσταθεί και είχαν συμπεριλάβει στα Universitae τους τα ελληνικά ιδεώδη της ελευθερίας, αλλά αδιαφορούσαν για το ζυγό και τον αγώνα των Ελλήνων. Ποιος/ποια σήμερα διαβάζοντας τους ίδιους ακριβώς στίχους από Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ δεν θα μειδιούσε αναλογιζόμενη τι συμβαίνει εν έτη 2004 στο παγκόσμιο προσκήνιο, οπου ευνομούμενες χώρες με καλά εδραιωμένη αστική δημοκρατία κοιτούν αμήχανα την αιματοχυσία των αμάχων, των παιδιών; Ρητορικό το ερώτημα.
Διαχρονική η σκέψη του λοιπόν και πικρά, ανυπόφορα επίκαιρη. Όπως άλλωστε και το ποίημα του Η Κατάρα της Αθηνάς που την έριξε πάνω στο κεφάλι του Έλγιν για τη λεηλασία των γλυπτών του ιερού βράχου. Αιώνες μετά και η κατάρα της Μινέρβα δεν νουθέτησε τους «ανόητους σαν τον γεννήτορά τους» και τα «ακρωτηριασμένα κούτσουρα της τέχνης»[4] που κοσμούσαν σαλόνια, στέκονται και σήμερα κολοβά και κακορίζικα μνημεία στις αίθουσες του Βρετανικού Μουσείου. Πως θα μπορούσε ο μαχητής των αρχών της δικαιοσύνης, της ηθικής, του σεβασμού των δικαιωμάτων των άλλων αλλά και του σεβασμού της τέχνης να δεχτεί αδιαμαρτύρητα τον πολιτιστικό «βιασμό» της Αθήνας με την καταστροφή του Παρθενώνα;
Με αιφνιδίασε ευχάριστα το κείμενο της κας Ντόκου, στο οποίο επιχειρείται η ανάδειξη του έργου του Λόρδου Μπάιρον με τη βοήθεια των αναλυτικών εργαλείων που μας προσφέρει το έργο του γάλλου φιλοσόφου Ζακ Ντεριντά.. Με πρωτότυπο κατ’εμέ, ριψοκίνδυνο κατ’άλλους τρόπο, η κα Ντόκου κάνει εξαιρετική χρήση των ντεριντιανών εργαλείων για να δείξει ότι ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων δεν ήταν κατά τον Μπάιρον, a priori άξιος και εύκολος να υπηρετηθεί από πολίτες μακρινών χωρών- χαρακτηριστικές είναι οι επιστολές του Μπάιρον στις οποίες αναφέρεται σε όσους επέστρεψαν στις πατρίδες τους απογοητευμένοι από τη συμπεριφορά των Ελλήνων προς εαυτούς και όσους είχαν ταξιδέψει για να στηρίξουν τον αγώνα τους-. Ότι ακόμα ο φιλελληνισμός του Μπάιρον και η λατρεία του, η αντίληψη του για την Αθήνα ως λίκνου της ελευθερίας δεν ήταν μια ιστορική πραγματικότητα, αλλά μια λυρική ιδέα που θα χρησίμευε στις προσπάθειες του για την αναγέννηση του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος περνούσε περίοδο κρίσης. Και η Ελλάδα είτε μέσω του ανατολίτικου παρόντος της, είτε μέσω του κλασικού της παρελθόντος θα μπορούσε να παίξει το ρόλο του «άλλου», όπως θα έλεγε ο Ντεριντά, επαναπροσδιορίζοντας και αποδομώντας την ούσα σε παρακμή ευρωπαϊκή ταυτότητα. Και ακόμα περισσότερο, ο Μπάιρον με τις συχνά κολακευτικές αναφορές του στους Τούρκους προσδιόριζε και συγκροτούσε την ελληνική ταυτότητα και με συμπληρωματικό, αλλά και με παραπληρωματικό τρόπο. Ήταν ο Τούρκος το «επικίνδυνο συμπλήρωμα» της υπό σύσταση εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων, θα μας προκαλούσε ο Ντεριντά. Για τον Μπάιρον δεν υπάρχουν a priori οι καλοί Έλληνες και οι κακοί Τούρκοι. Μας δείχνει με τα γραπτά του και με την ίδια του τη ζωή ότι δεν πρέπει να διακρίνουμε τον κόσμο μανιχαϊκά, αλλά με σεβασμό στον άλλο, στη διαφορετικότητα, στη σοβαρότητα της πολιτικής συγκυρίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οφείλουμε να παραιτούμαστε του συνεχούς αγώνα για τις αρχές της εθνικής ανεξαρτησίας, της ατομικής ελευθερίας της ελευθερίας της συνείδησης, της δικαιοσύνης.
Η ζωή και το έργο του Λόρδου Μπάιρον θα ήταν σημαντικό ακόμα και αν δεν είχε καυτηριάσει με την πένα του την κλοπή των Μαρμάρων του Παρθενώνα, ακόμα και αν δεν είχε αφήσει την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, στις 19 Απριλίου 1824, αγωνιζόμενος για την εθνική μας ανεξαρτησία και «βρίζοντας μέσα στη βροχή», όπως γράφει σε μια του επιστολή, «τους Έλληνες που δεν έλεγαν να δώσουν ένα χέρι κατά το ξεφόρτωμα των εφοδίων του Κομιτάτου και παραλίγο να αχρηστεύσουν τις εύφλεκτες ύλες μας»[5].
Για του λόγου το ασφαλές, για την οικουμενικότητα και επομένως τη διαχρονικότητα των αγώνων του, των ανησυχιών του και του έργου του, ο λόγος πάλι στον ίδιο, σε μια επιστολή του που αποδεικνύει περίτρανα ότι δυστυχώς και σήμερα η παρακαταθήκη του έργου είναι τραγικά επίκαιρη.«Αν πάω εκεί», γράφει ο Μπάιρον, «- θα βάλω τα δυνατά μου να τους μάθω να φέρονται στους αιχμαλώτους τους πιο πολιτισμένα- και αν θα μπορούσα να σώσω μια ζωή- είτε ελληνική είτε τουρκική- θα ζούσα “mihi carior” [φιλαίτερος εμαυτώ]- και θα εμπιστευόμουν περισσότερο τους φίλους μου.»[6]
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
[1] Δούκα-Καμπίτογλου, Α. (2004), Ρομαντικός Φιλ-Ελληνισμός στην Αγγλία του 19ου Αιώνα. Ποίηση και Πολιτική, στο Τριγάζης Πάνος,(επιμ.&εισαγ.) « Μπάιρον εναντίον Έλγιν», Αθήνα, Ταξιδευτής, σελ. 63.
[2] Βλ. Επιστολή του Λόρδου Byron της 3ης Μαΐου 1810 στο Henry Drury, στο Marchand L.A (επιμ., εισαγ. & σχολ), (1996), «Λόρδου Μπαϋρον, Επιστολές από την Ελλάδα 1809-1811 & 1823-1824», Αθήνα, Ιδεόγραμμα, σελ. 54.
[3] Βλ. Επιστολή του Λόρδου Byron της 25ης Οκτωβρίου 1823 στο Charles F. Barry, στο Marchand L.A (επιμ. εισαγ. & σχολ), (1996), «Λόρδου Μπαϋρον, Επιστολές από την Ελλάδα 1809-1811 & 1823-1824», Αθήνα, Ιδεόγραμμα, σελ.. 171-172.
[4] Η απόδοση των στίχων στα ελληνικά είναι από την κ. Δούκα-Καμπίτογλου, Α. (2004), Ρομαντικός Φιλ-Ελληνισμός στην Αγγλία του 19ου Αιώνα. Ποίηση και Πολιτική, στο Τριγάζης Πάνος,(επιμ.&εισαγ.) «Μπάιρον εναντίον Έλγιν», Αθήνα, Ταξιδευτής, σελ. 59, 60.

[5] Βλ. Επιστολή του Λόρδου Byron της 5ης Φεβρουαρίου 1824 στον Charles Hancock, στο Marchand L.A (επιμ. εισαγ. & σχολ), (1996), «Λόρδου Μπαϋρον, Επιστολές από την Ελλάδα 1809-1811 & 1823-1824», Αθήνα, Ιδεόγραμμα, σελ.. 220.
[6] Βλ. Επιστολή του Λόρδου Byron στον Hobhouse, στο Marchand L.A (επιμ. εισαγ. & σχολ), (1996), «Λόρδου Μπαϋρον, Επιστολές από την Ελλάδα 1809-1811 & 1823-1824», Αθήνα, Ιδεόγραμμα, σελ.. 26.
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΑΥΓΗ, 2004